Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

Χρόνος και αξιολόγηση

Χρόνος και  αξιολόγηση.


 
 Είναι δυνατόν ο άνθρωπος ως πεπερασμένο ον να μπορεί να συλλάβει το άπειρο ; Πεπερασμένο ον είναι μόνον όσον αφορά τη φυσική του υπόσταση. Η αντίληψή του είναι πεπερασμένη αλλά επιδέχεται διεύρυνση. Στην προσπάθειά του ο άνθρωπος να πλησιάσει το Απόλυτο εκμηδενίζεται ως ατομικότητα. Η εκμηδένιση αυτή σημαίνει διεύρυνση των ορίων της αντίληψής του, σημαίνει μεγαλύτερη επίγνωση του εαυτού, ακόμη σημαίνει αποκάλυψη του εσωτερικού κόσμου της ψυχής. Η απάντηση στο ερώτημα αν μπορεί να συλλάβει το άπειρο είναι σχετική με τη δυνατότητά του να γνωρίσει και να διεισδύσει στην ίδια την Ψυχή η οποία συνδέεται με το άπειρο. Ψυχαναλυτές-ερευνητές, έχουν βεβαιωθεί ότι ο άνθρωπος φιλοξενεί τη δυνατότητα της υπέρβασης. Η ανάγκη να λατρέψει τον Δημιουργό του εκφράζεται χάρη σ’ αυτή τη δυνατότητα μέσα από το ερωτικό στοιχείο που ενυπάρχει στη Ψυχή.
 Η  γνησιότητα της λατρευτικής έκφρασης προς το Θεό δεν μπορεί παρά να είναι σχετική με την αυτογνωσία. Σύμφωνα με τον ψαλμό «γνώρισόν μοι Κύριε, οδόν εν η πορεύσομαι’’ ο άνθρωπος επιζητά έναν δρόμο για να πορευθεί, ουσιαστικά επιζητά να αποκτήσει τη συνείδηση πρώτα απ’ όλα του ίδιου του εαυτού του, της μοναδικότητάς του μέσα στον κόσμο. Είναι η αναζήτηση αυτή μια σωστή αφετηρία. Ψάχνοντας αυτό που τον εκφράζει, αυτό που είναι η δική του αλήθεια, αγγίζει τη Συνείδηση, το θείο στοιχείο εντός του. Οτιδήποτε παρεμβάλλεται ανάμεσα στον άνθρωπο και στην αλήθεια του τον απομακρύνει από τον ίδιο τον εαυτό του και φυσικά από Εκείνον. Ο φόβος, το μίσος, οι επιθυμίες, το αίσθημα της αδικίας ή της εκδικήσεως περιορίζουν την επίγνωσή του χαμηλά, την φυλακίζουν στα όρια του εγώ και φυσικά τον απομακρύνουν από την αλήθεια. Όλα αυτά λειτουργούν μέσα σε μια ανακύκλωση που αναχαιτίζουν την πορεία της εξελίξεώς του. Η αδυναμία του, η δυστυχία του, η αρρώστια του, ο φόβος του θανάτου και άλλα πολλά τον κάνουν βέβαια να καταφεύγει στο Θεό. Δύναται όμως να Τον λατρεύσει πραγματικά από τη θέση αυτή της ανάγκης και της αδυναμίας;
 Μπορεί να προσπαθήσει ακολουθώντας την παράδοση, όμως είναι αδύνατον υποκινούμενος από την ανασφάλεια να λατρεύσει τον Θεό. Στην δυνατότητα αυτή της λατρευτικής έκφρασης φθάνει η ψυχή, η μαγεμένη από το θείο έρωτα. Το εγώ αδυνατεί να αισθανθεί την πληρότητα της χαράς και της θλίψης. Το εγώ ταυτίζεται με το απρόσωπο πλήθος, υποτάσσεται σ’ ένα μαζικό τρόπο λατρείας που υποβάλλεται μέσα από το δόγμα ( το οποιοδήποτε) και έτσι εκφράζει το θρησκευτικό του συναίσθημα  και εκπληρώνει τα θρησκευτικά του καθήκοντα.
 Η ζωή είναι μια συνεχής ροή. «Εγώ ειμί η ζωή» είπε ο Κύριος Ιησούς Χριστός κι αυτός που αποφασίζει να Τον ακολουθήσει εκ των προτέρων θα πρέπει να γνωρίζει ότι αυτή η πορεία προϋποθέτει μια δυνατότητα συνεχών υπερβάσεων και αναθεωρήσεων οι οποίες οδηγούν στην ελευθερία.
 Τόσο η εντολή «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχής σου και εν όλη τη διανοία σου» (κατ. Ματθ. 22, 37) όσο και η επόμενη «’Εσεσθε ουν υμείς τέλειοι, ώσπερ ο πατήρ υμων ο εν τοις ουρανοις τέλειος εστιν»( κατ. Ματθ. 5,48 ) δεν θα δίνονταν από τον Θεό εάν ο ίδιος ο άνθρωπος ως δημιούργημά Του δεν περιείχε εν δυνάμει αυτές τις υπερβατικές δυνατότητες. Η απόλυτη αυτοπροσφορά κατά συνέπεια προσδιορίζει την εξελεκτική πορεία του ανθρώπου. Είναι στην ουσία μια σχέση ερωτική. Κι όπως συμβαίνει στον έρωτα να λατρεύεται το ερώμενο πρόσωπο που συνιστά για τον ερωτευμένο ό,τι πιο πολύτιμο, έτσι η στάση αυτή της απόλυτης αυτοπροσφοράς ανασύρει μέσα από την καρδιά του ανθρώπου ό,τι πιο ωραίο και δημιουργικό δύναται να εκφράσει. Εξ’ άλλου όλα τ’ αριστουργήματα της Τέχνης απορρέουν από την τάση του καλλιτέχνη –δημιουργού να υπερβεί τις δυνατότητές του προσανατολιζόμενος προς το τέλειο.

 Η ορθή αξιολόγηση της ζωής αποτελεί ένα πρόβλημα σχετικό με το γεγονός του θανάτου.  Ο άνθρωπος ως μέρος του όλου από το οποίο εξαρτάται και επιδρά σ’ αυτό δεν είναι αυθύπαρκτος. Πού χρωστά τη ζωή και την ύπαρξή του;  Αυτή η ερώτηση θα μπορούσε να αποτελέσει μια αφετηρία στοχασμού για την περαιτέρω στάση και πορεία του και συνεπώς απ’ αυτήν θα εξαρτηθεί και η ανάλογη αξιολόγηση.
   Αιώνες λειτουργούσε ο άνθρωπος διασπαστικά μέσα από την ατομικότητά του, η οποία περιορίζεται στην εγωκεντρική αντίληψη και γι’ αυτό υπόκειται στην χωριστικότητα. Περιχαρακώνεται στα όρια του εγώ και θωρακίζεται αμυνόμενη είτε επιτιθέμενη αναφορικά προς το εσύ, γεγονός που αποτρέπει από την προσέγγιση του εσύ και πολύ περισσότερο, βέβαια, από την προσέγγιση της ενιαίας πραγματικότητας. Κι αυτό είχε σαν συνέπεια να διαιωνίζονται ο πόλεμος, τα εγκλήματα, οι τραγωδίες, οι ενοχές, η μοναξιά, η άγνοια. Για να αποσπάσει την ύπαρξή του από έναν τρόπο ζωής μέσα στον οποίον υπάρχει ως αγνοών και αγνοούμενος, ο άνθρωπος  θα πρέπει να αποδοθεί σ’ έναν καινούργιο τρόπο σκέπτεσθαι κι αυτόν υποδεικνύει ο Θεός Λόγος.
 Είναι γνωστό ότι η αρχαία ελληνική σοφία μας παρέδωσε κώδικες ζωής κι ένας από τους βασικότερους είναι το «Γνώθι σ’αυτόν». Η δεύτερη μεγάλη εντολή της διδασκαλίας του Χριστού : «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» (Ματθ. 22, 39)συμπληρώνει το «Γνώθι σαυτόν» για το λόγο ότι υποδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο συντελείται αυτή η βιωματική γνώση. Δεν αγαπά κανείς ότι δεν γνωρίζει. Η αυτογνωσία διενεργείται μόνο δια μέσω του άλλου.
Η  πορεία της θέωσης είναι πορεία αυτογνωσίας. Πριν από την έλευσή Του ο νόμος ήταν σαφής αγαπήσεις τον πλησίον σου και μισήσεις τον εχθρό σου. Μετά Χριστόν  ο νόμος είναι η Αγάπη που ταυτόχρονα είναι και Γνώση.

 Ίσως, καμμία άλλη εποχή δεν ήταν πιο κατάλληλη για να κατανοήσει κανείς την απόλυτη αξία που έχει ο λόγος του Θεού όσο η δική μας και να βεβαιωθεί ότι ο τρόπος αυτός της ζωής επικίνδυνα καταστέλλει τις υπαρξιακές ανησυχίες και καταργεί το άνθρωπο ως πρόσωπο.
  Η στροφή προς τα ενδότερα με σκοπό να έρθει ο άνθρωπος σε επαφή με τη δική του αλήθεια μπορεί να επιτευχθεί με την ελεγχόμενη  απόσπαση και απόσταση από τα εξωτερικά δρώμενα. Η κατάκτηση του χρόνου αυτού είναι αποτέλεσμα της εσωτερίκευσης και της δυνατότητας να κινείται παράλληλα σε πολλά επίπεδα. Η απόσπαση από το ένα επίπεδο στο άλλο αναδεικνύει μια δυνατότητα του νοός και βέβαια καθόλου δεν αποκλείει την εκπλήρωση εργασιών στον πρακτικό τομέα.
Η υπαρξιακή εσωτερική ζωή απελευθερώνει και τη δημιουργική έκφραση. Όπως ο ορειβάτης, ή ένας οδοιπόρος χρειάζεται να σταθμεύσει για να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του και να συνεχίσει τον δρόμο του, έτσι κι ο άνθρωπος που πορεύεται χρειάζεται την αυτοπαρατήρηση, την επαφή του με την αλήθεια, η οποία στην συνέχεια τον διαφωτίζει ώστε να κάνει σωστά την αυτοκριτική του. Γενικότερα, μια δικαιότερη προς κάθε κατεύθυνση στάση ζωής απαιτεί αυτόν τον χρόνο της εσωτερίκευσης και του διαλογισμού που δεν είναι ένας επιπλέον χρόνος κατ’ ανάγκη, αλλά μια πράξη απόσπασης και απόστασης.
 Τα κοινά προβλήματα της επιβίωσης, της αρρώστιας, του γήρατος, της θνητότητας θα μπορούσαν να μας κάνουν να πλησιάσουμε ο ένας τον άλλον με αισθήματα αμοιβαίας αλληλεγγύης. Όμως, παρεμβαίνει  η εγωκεντρική αντίληψη που πηγάζει από την ατομικότητα η οποία χωρίζει, διαχωρίζει και οριοθετεί.
   Η απόσπαση του ανθρώπου από τις υπάρχουσες συμβατικές αξίες ζωής και από το σύστημα είναι αποτέλεσμα μίας κατάκτησης, όχι απλώς του προσωπικού χρόνου αλλά της εσωτερικής ζωής .
  Και είπε προς αυτούς, Σεις είσθε οι δικαιώνοντες εαυτούς ενώπιον των ανθρώπων. Ο θεός όμως γνωρίζει τας καρδίας σας. Διότι εκείνο το οποίον μεταξύ των ανθρώπων είναι υψηλόν, βδέλυγμα είναι ενώπιον του θεού.
                                                                                                 Κατ.  Λουκά  ις΄ 14-15
  Όλα αυτά τα οποία επιδιώκει ν’ αποκτήσει ή υπερηφανεύεται ότι έχει αποκτήσει (όπως για παράδειγμα πλούτη, πολυτέλειες, φήμη, οικογένεια, γνώσεις…) τον απομόνωσαν στο εγώ του, τον απομάκρυναν από τον άλλον ως συνάνθρωπο και κατά συνέπεια τον οδήγησαν πολύ μακριά από το Θεό ! Αλλά, το ερώτημα είναι τον απομάκρυναν μόνον από τον Θεό ή και από τον ίδιο τον εαυτό του;
     Για να κερδίσει και ν’ απολαύσει ο άνθρωπος ό,τι θεωρείται «υψηλόν» (περιουσία, δόξα κλπ…) πρέπει να ξεχάσει ότι αποτελεί μια  μοναδικότητα,  να παραιτηθεί από την αναζήτηση του Εαυτού, της αλήθειας και του ουσιώδους. Δεν είναι ποτέ δυνατό μ’ αυτόν τον τρόπο να ανελιχθεί καθώς δεν κατεργάζεται την ύπαρξή του ώστε να την προωθήσει στον ευγενή κόσμο της Ψυχής. 
  Η φροντίδα και η συνεχής μέριμνα των στόχων που έχει θέσει να κατακτήσει μέσα από την υλιστική αντίληψη και που πιστεύει ότι θα του προσφέρουν τη χαρά και τη δικαίωση της ατομικότητάς του, τελικά του αποστερούν την ευαισθησία. Η ευαισθησία ως στοιχείο της Ψυχής ενεργοποιεί την εγρήγορση ώστε να λειτουργεί ως δρων Πρόσωπο. Η ευαισθησία όμως αυτή απειλείται να διαγραφεί, να απωλεσθεί στον κόσμο αυτόν, καθώς ο άνθρωπος δεν έμαθε να εκφράζεται και να λειτουργεί μέσα απ’ αυτήν, αλλά το αντίθετο μάλλον θέλοντας να καταξιωθεί κοινωνικά, να πετύχει και να κυριαρχήσει έμαθε πώς να την εξουδετερώνει. 
 Η πραγματική χαρά δεν εξαρτάται από εξωτερικούς παράγοντες και υλικά αποκτήματα. Αλλά από την ίδια τη δικαίωση που δίνει η Συνείδηση στον Άνθρωπο που φρόντισε να πράξει δίκαια κι αυτό αφορά τη σχέση του με τον άλλον και τη ζωή γενικότερα. Η επικοινωνία που είναι η απόδειξη της λειτουργικότητας της ζωής είναι η μόνη που μπορεί να βεβαιώσει τον άνθρωπο ότι υπάρχει συνυπάρχοντας.
  Στην πορεία προς την Ενότητα προηγείται η μετάβαση από το εγώ στο εσύ. Τούτο είναι ένα άνοιγμα της συνειδητότητας προς τη σχέση.
Στην εποχή μας είναι πλέον ορατό ότι η υλιστική αντίληψη λειτούργησε διασπαστικά διαστέλλοντας την απόσταση ανάμεσα στον έναν και στον άλλον.
 Τώρα που ο καθένας ενημερώνεται για ότι συμβαίνει στον πλανήτη μας χρεώνεται, καθίσται υπόλογος και δοκιμάζεται ερχόμενος ενώπιον του δράματος, της δυστυχίας ή και της ευτυχίας του άλλου. Απ’ αυτή την άποψη η εποχή μας αποτελεί και μια πρόκληση για ένα άνοιγμα της Συνείδησης.
                                            «Κράτα τα μάτια σου ανοιχτά
η κάθε εικόνα σε χρεώνει»
( επιγραμματικό δίστιχο από την ποιητ. συλλογή
Πέρασμα)


                                                                                                          Αλκμήνη Κογγίδου.

                                                                                             Ποιήτρια – Δοκιμιογράφος.

Παρασκευή 11 Απριλίου 2014

Φιλοσοφώντας μ' αφορμή την ταινία Forest Gump

Φιλοσοφώντας μ’ αφορμή την ταινία
Forest Gump

Η έβδομη τέχνη έχει μια δύναμη τεράστια. Αποτείνεται στην διάνοια και στην ψυχή του ανθρώπου κι έχει τη δυνατότητα να ψυχ-αγωγεί. Όπως επίσης έχει και τη δυνατότητα να διαφθείρει. Χωρίς να υποκαθιστά καμία από τις άλλες τέχνες, τις συνενώνει δια μέσω της τεχνικής του θεάματος. Αναδεικνύεται, έτσι, σε συνισταμένη των τεχνών! Αποτεινόμενη σ’ όλες τις ηλικίες, ταξιδεύει σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, διαμορφώνοντας τις αντιλήψεις των ανθρώπων, μεταδίδοντας μηνύματα που αφυπνίζουν συνειδήσεις.
  Οι μεγάλοι σταθμοί της 7ης τέχνης, ταινίες διαχρονικές που μας σημάδεψαν και καθόρισαν ακόμη και τον πολιτισμό, πέρασαν μηνύματα στις ψυχές των ανθρώπων, άλλοτε κτίζοντας όνειρα, άλλοτε γκρεμίζοντάς τα, αποκαλύπτοντας σκληρές αλήθειες. Η έβδομη τέχνη ωστόσο φέρει το χρέος μιας αποστολής που δυστυχώς δεν το επιτελεί πάντα.
  Ταινίες που προβάλλουν τη βία, το έγκλημα, τις νοσηρές ψυχώσεις, ταινίες διεστραμμένης φαντασίας εξοικειώνουν με το κακό, υποβάλλουν έναν επικίνδυνο εθισμό στο έγκλημα και στη νοσηρότητα και μάλιστα σε νεαρές υπάρξεις που είναι τόσο ευάλωτες. Επίσης, ταινίες που παίζουν το επικίνδυνο παιχνίδι του τρόμου διαταράσσοντας τον ψυχισμό κλονίζοντας το νευρικό σύστημα του ανθρώπου.
  Για το λόγο ότι η εικόνα ασκεί πάρα πολύ μεγάλη επίδραση στον άνθρωπο, ο οποίος βρίσκεται υποκείμενος στην υλιστική αντίληψη, η ευθύνη, όσων έχουν τη δύναμη και τη δυνατότητα να παράγουν ταινίες, είναι πάρα πολύ μεγάλη.
  Κάθε ταινία ποιότητας αποτελεί και μια ασπίδα προστασίας για τον αποδέκτη της απέναντι στο κακό που προβάλλεται και μας κατακλύζει. Ο άνθρωπος που τρέφεται από υψηλής ποιότητας τέχνη, γίνεται, όχι μόνον αισθητικά εκλεπτυσμένος, αλλά και ένας αυστηρός κριτής, επίσης, καθώς οξύνεται το κριτήριό του στη λεπτομέρεια, στην οποία τον εισάγει η μεγάλη τέχνη, διευρύνοντας την όρασή του στις λεπταίσθητες αποχρώσεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η ποιότητα γίνεται αποδεκτή δια μέσω της ευαισθησίας της Ψυχής. Ποιότητα- ευαισθησία-ψυχή είναι μια τριαδική ενότητα.
  Ο τεχνολογικός πολιτισμός μας έριξε μέσα στην ποσότητα, μας έκανε όργανα του καταναλωτισμού, το χρήμα έπαιξε επικίνδυνο παιχνίδι με τις ψυχές των ανθρώπων, αποκοίμισε συνειδήσεις. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικός ο ρόλος της έβδομης τέχνης ως μέσο αφύπνισης. Ταινίες σταθμοί που λάμπουν στο στερέωμα σαν αστέρια διαδραματίζουν την πορεία του πολιτισμού. Ο λόγος υποδηλώνεται μέσα από την εικόνα στον κινηματογράφο, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να κάνει προσιτές την λογοτεχνία και την ποίηση, ακόμη και τη φιλοσοφία στον μέσο άνθρωπο. Τα μηνύματά του έχουν ιδιαίτερη αξία, γιατί βεβαιώνουν πως πέρα απ’ αυτόν τον χαμένο κόσμο που παραδόθηκε στη φθορά και στη διαφθορά, ένας άλλος κόσμος δια μέσω της τέχνης διαφαίνεται και βεβαιώνει πως η ζωή συνεχίζεται διαπεραιώνοντας τις αξίες.
Από φιλοσοφική σκοπιά θα προσεγγίσουμε μία ταινία η οποία αξιώνει μια ιδιαίτερη προσοχή. Ο σκοπός μας δεν είναι ν’ ασκήσουμε κριτική, αλλά να υπογραμμίσουμε τη δύναμη του κινηματογράφου, ο οποίος μπορεί να συμβάλλει στην αναγέννηση του ανθρώπου. Η ταινία Forest Gump αμερικάνικης παραγωγής 1994 είναι γνωστό ότι απέσπασε Οσκαρ καλύτερης ταινίας Α΄ανδρικού ρόλου (ΤΟΜ ΧΑΝΚΣ) σκηνοθεσίας (ΡΟΜΠΕΡΤ ΖΕΡΕΚΙΣ), διασκευασμένου σεναρίου, μοντάζ και οπτικών εφέ.
Προβάλλει έναν τύπο, που αφορά κατά τη γνώμη μας ένα διαφορετικό άνθρωπο, τον άνθρωπο του μέλλοντος,  στο πρόσωπο του ήρωα της ταινίας, του Φόρεστ Γκάμπ. Η μορφή αυτή εκπροσωπήθηκε όσο μπορούσε να γίνει καλύτερα, δίνοντας μ’ έναν σύγχρονο τρόπο την εικόνα του αθώου, του αθώου κατά τη ρήση του ευαγγελίου, «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι». Ο πτωχός τω πνεύματι, όπως υπαινίσσεται ο λόγος του Θεού, στην περίπτωση αυτή, δεν ήταν παρά ένας άνθρωπος αποστασιοποιημένος από κάθε σκοπιμότητα, από κάθε ιδιοτέλεια. Κι είναι, πάλι, αυτός που διατηρεί, μέσα από την κατά κόσμον ηλιθιότητα, την παιδική αγνότητα  και αθωότητα. Θα έλεγε κανείς ότι η «βλακεία», στην περίπτωση αυτή, γίνεται ένας θώρακας αμυντικός για την ίδια τη ψυχή, ώστε η ίδια να μείνει αλώβητη από την καχυποψία, από τη δυσπιστία και από τις επεμβάσεις που ασκούν την αλλοτρίωση.
   Είναι αξιοθαύμαστο ότι ο μεγάλος καλλιτέχνης τολμά να παρουσιάζει έναν τέτοιο τύπο ανθρώπου σε μια χώρα που το κυνήγι του χρήματος και της τεχνολογίας κυριαρχούν σε βάρος των πνευματικών και ηθικών αξιών και ν’ ανασύρει μια μορφή, που έρχεται σ’ αντίθεση με το σύστημα, αναδεικνύοντας τη δύναμη του ήθους και της δυνατότητες της πίστης. Ο Φόρεστ Γκάμπ δεν σκέπτεται απλά, πράττει και πράττει αυτό που του υποδεικνύει ο άλλος, επειδή τον πιστεύει. Η πίστη του προσφέρει δυνατότητες που αγγίζουν τα όρια του θαύματος. Πώς αντιδρά στις αντιξοότητες και στη μοναξιά, πώς αντιδρά στο κακό και στον πόλεμο και μάλιστα σ’ αυτόν του Βιετνάμ;
Βρίσκεται απλά μέσα στον ωραίο παιδικό του κόσμο, όπου εκεί δεν υπάρχει ούτε η κακία, ούτε ο φόβος, ούτε η σκοπιμότητα, ούτε η κτητικότητα. Υπάρχει η αθώα ματιά του αδιάφθορου ανθρώπου που εμπιστεύεται στον άνθρωπο γιατί πιστεύει στον Θεό.
Τρέχει, ο Φόρεστ Γκάμπ, αφήνοντας πίσω του, θάλεγε κανείς, όλον αυτόν τον κόσμο, που χωρίς να το αντιλαμβάνεται ζει μέσα στο παράλογο. Επουλώνει τις πληγές  και τα τραύματα που του προξενούν οι άλλοι, μόνος του. Οι αθλητές, θέλοντας ν’ αποκτήσουν τον τίτλο του πρωταθλητή, ασκούνται σε βαθμό ώστε να ξεπερνούν πάντα τα ρεκόρ. Ο Φόρεστ Γκαμπ, χωρίς να επιδιώκει την διάκριση, φθάνει σε συνεχείς υπερβάσεις, οι οποίες τον καθιστούν ένα φαινόμενο! Αυτή την υπέρβαση των ορίων αποπειράται να μας παρουσιάσει, συμβολικά, ο μεγάλος σκηνοθέτης, εν μέσω της εποχής μας, υπογραμμίζοντας την αξία της μοναδικότητας, της ηθικής τελειότητας, δίνοντας μέσα από έναν ηλίθιο, τον άνθρωπο του μέλλοντος.
Έχει μια εξοικείωση με τη ζωή και τον θάνατο. Η θετική και συμφιλιωτική του στάση αντανακλά ευεργετικά και στους άλλους.
Θα έλεγε κανείς ότι εκπροσωπεί απόλυτα το πρότυπο που παρουσιάζει ο Θεός Λόγος σε πάρα πολλά σημεία. « ἀμήν λέγω ὑμῖν, ἐάν μη στραφῆτε και γένησθε ὡς τα παιδία, οὐ μή εἰσέλθετε εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν.» (κατ. Ματθ. 18,3)
« …  ταπεινν αυτόν ψωθήσετε. » (κατ. Λουκ. 18,14)
 «γαπήσεις τον πλήσιον σου ς ἑαυτόν.(κατ. Ματθ. 22,39)
Ενώ θεωρείται ότι, κατά κάποιο τρόπο, υστερεί νοητικά σε σχέση  με τους άλλους, ωστόσο εμφανίζει την εικόνα ενός απόλυτα υγιούς ψυχικά ανθρώπου. Και τούτο φαίνεται σ’ όλες τις σχέσεις.
Με τη μητέρα του έχει μια σχέση ιδανική, ελεύθερη, καθόλου δεσμευτική, η οποία όλο τρυφερότητα, του μεταλαμπαδεύει τις αξίες, όπως ένας δάσκαλος στον μαθητή, έτσι κι αυτός τις αποδέχεται, τις εφαρμόζει και τις βιώνει ασυζητητί.
 Βλέπουμε την ταινία να εκτυλίσσεται καθώς ο ίδιος ο πρωταγωνιστής αφηγείται τη ζωή του σε αγνώστους που κάθονται δίπλα του σ’ ένα παγκάκι. Αυτό είναι δηλωτικό του ανθρώπου που αισθάνεται μέρος του όλου. Αισθάνεται τον κάθε άλλον, όχι ως ξένο, αλλά  ως οικείο.
Ξέρει ν’ αγαπάει και τη γυναίκα, ακόμα, με τρόπο απόλυτο κι αυτή η αγάπη λειτουργεί αδιάλειπτα και στον ακατάλληλο χώρο του τρομερού πολέμου. Καθημερινώς, καταγράφει το κάθετί στα γράμματά του προς την αγαπημένη του, γράφοντάς της μοιράζεται μαζί της κάθε στιγμή του. Η αγαπημένη του υπάρχει μέσα του, σ’ ένα συνεχές παρόν. Σαν φίλος, γίνεται ένα με τον φίλο του, μετά τον θάνατο του οποίου κρατάει την υπόσχεσή του και στηρίζει την οικογένειά του σαν να ήταν δική του.
Επίσης, σαν πατέρας είναι ιδανικός, χωρίς καμία αίσθηση κτητικότητας. Έβλεπε το μικρό παιδάκι σαν μια αυτόνομη προσωπικότητα. Παρατηρεί κανείς πόσο αυτές οι ηθικές αξίες που εκφράζουν τον ελεύθερο άνθρωπο δημιουργούν την ιδανική μορφή σ’ όλες τις σχέσεις της φιλίας, του έρωτα, της πατρότητας κλπ. Έχοντας την εσωτερική πληρότητα δεν αξιώνει τίποτε από κανέναν. Τελικά, όλοι ευεργετούνται από τον Φόρεστ Γκάμπ. Η ειρωνεία τους μετατρέπεται σε θαυμασμό. Ένα τέτοιο παράδειγμα, είναι ό,τι πιο σημαντικό θα μπορούσε να ειπωθεί εν μέσω της εποχής μας, δίνοντας μια απάντηση στο παράλογο, στο αδιέξοδο και στη σύγχυση. Είναι μια στάση ζωής η οποία ξεκινάει από τη αθωότητα και παίρνει τις υπεράνθρωπες διαστάσεις της επιτυχίας, δια μέσω της πίστεως. Θα έλεγε κανείς ότι αποτελεί μια σύγχρονη εφαρμογή του χριστιανικού λόγου: «Μακάριοι ο πτωχοί τῶ πνεύματι, ὅτι αὐτν στι ἡ βασιλεία τῶν ορανῶν»( κατ. Ματθ.5,3)

                                                                                   Αλκμήνη Κογγίδου

Ποιήτρια-δοκιμιογράφος