Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2014

ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

ΜΙΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
ΣΤΟ  ΝΟΗΜΑ  ΤΩΝ  ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

  Αγαπητοί μου φίλοι, Έλληνες και Ελληνίδες του απανταχού ελληνισμού σας στέλνω από καρδιάς τον χαιρετισμό των Χριστουγέννων, ξεκινώντας από ένα ποίημά μου, που αφορά αυτό το μυστήριο της Γεννήσεως του Θεού που ενσαρκώνεται.

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
Παρ' όλα αυτά
Εσύ θα ξαναγεννηθείς
Χριστέ μου
Εγώ θα σε διαφυλάξω
άσβηστον
σαν το κερί
μες την αντάρα
δεν έχω τίποτε αξιότερο
απ' αυτό να κάνω.
Μου δίδαξες
πως για να βγάλω τη ζωή
πρέπει να χάσω τη ζωή.
Μου δίδαξες
πως για να βγάλω το χυμό
πρέπει να στίψω το λεμόνι.
(ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ, απ' την Ποιητ. Συλλ. ΣΧΕΔΙΑ,
Αλκμήνης Κογγίδου)
 Το ποίημα είναι δωρεά του Πνεύματος και μένει, πολλές φορές, κι ο ίδιος ο δημιουργός του, εκστατικός μ' αυτό που βγαίνει από το ίδιο του το στόμα, καθώς  γεννιέται και παίρνει μορφή ο λόγος σαν να ετοιμάζεται από μία θεία επέμβαση!
  Κάπως έτσι, έγινε και με το παραπάνω ποίημα. "Παρ' όλα αυτά/ Εσύ θα ξαναγεννηθείς / Χριστέ μου" Παρ' όλα τ' αρνητικά, τα δυσοίωνα, παρόλη την αδικία, την εκμετάλλευση, τη μοναξιά του ανθρώπου, την πείνα και τη δυστυχία, την ανισότητα της κατανομής των αγαθών, Εκείνος θα ξαναγεννηθεί. Τί σημαίνει όμως αυτό; Και τί αφορά αυτή η Γέννηση; Μήπως ένα ωραίο, γεμάτο δώρα, Χριστουγεννιάτικο δέντρο ή ένα πλούσιο παραδοσιακό τραπέζι μ' όλα τ' αγαθά; Μήπως ένα στολισμένο σπίτι,  βιτρίνες που  λάμπουν από φώτα και πολυτέλεια;
 Αυτή η Γέννηση  είναι  ένα μυστήριο!  Το μυστήριο που αποκαλύπτει στον άνθρωπο τη θεία του υπόσταση, την σχέση του με τον κόσμο του υπερβατικού ενώ πραγματοποιείται στον φυσικό χώρο και εν μέσω των υλικών πραγμάτων! Αυτή η αποκάλυψη ανοίγει την περιοχή της Συνείδησης και αποδίδεται στον άνθρωπο ως γνώση που τον συνδέει με την Ψυχή του. Η Ψυχή ως άπειρος χώρος και περιοχή ευαισθησίας τον συνδέει με την καθόλου Ζωή.
 Όταν συμβεί αυτό το θαύμα της αναγέννησης, τότε ο άνθρωπος αισθάνεται τους συνανθρώπους του ως αδελφούς του και ολόκληρη την ανθρωπότητα σαν μια οικογένεια. Αισθάνεται τα φυτά και τα ζώα κι όλα τα έμβια όντα μέσα στην αγαπητική κατάσταση της Δημιουργίας, η οποία αντιπροσωπεύει και εκφράζει την υπέρτατη Αγάπη. Καταλαβαίνει λοιπόν, κανείς πόσο θα ήταν διαφορετική η εικόνα του κόσμου εάν συνέβαινε η αναγέννηση αυτή μέσα στον κάθε άνθρωπο!
 Ας προσεγγίσουμε το νόημα του στίχου : "...θα σε διαφυλάξω άσβηστον σαν το κερί μες την αντάρα". Βέβαια, ζώντας κανείς μέσα στον κόσμο δεν είναι εύκολο να κρατήσει, τη φλόγα άσβηστη ως το κερί μες την αντάρα, εάν δεν γίνει αυτό ένας υπέρτατος σκοπός, όπως δηλώνεται εδώ: "Δεν έχω τίποτε αξιότερο απ' αυτό να κάνω".
 Πώς όμως μπορούμε να κατανοήσουμε  την αντίφαση:
"Μου δίδαξες πως για να κερδίσω τη ζωή / πρέπει να χάσω τη ζωή" ;
Στην προκειμένη περίπτωση, η εικόνα του λεμονιού που στύβετε για να βγει ο πολύτιμος χυμός αποτυπώνει από ένα απλό φυσικό γεγονός που συμβολίζει τη θυσία. Κανένα μεγάλο έργο δεν γίνεται χωρίς θυσίες, οι μεγάλοι σταθμοί του πολιτισμού για τους οποίους η ανθρωπότητα θα πρέπει να είναι περήφανη, στη βάση τους έχουν τη θυσία. Όλα τα μεγάλα έργα δημιουργήθηκαν με τη προσφορά της ζωής, αυτής που θεωρούμε αγαθό, το οποίο θυσιάζεται κατά την μετατροπή της ύλης σε Πνεύμα.
 Βέβαια, είναι φυσικό ν' αγαπάει κανείς ό,τι έχει κι ακόμα περισσότερο ό,τι γνωρίζει και στην προκειμένη περίπτωση μιλούμε για τη ζωή που γνωρίζουμε. Υπάρχει όμως και η ζωή που δεν γνωρίζουμε κι αυτή περιέχεται μέσα στον άνθρωπο. Μας το αποδεικνύουν οι άγιοι, οι οποίοι κι αυτοί ως είδος από το είδος μας, δηλαδή άνθρωποι, απέδωσαν δυνατότητες-θαύματα ασύλληπτα για την ανθρώπινη διάνοια. Αφενός μεν προσανατολιζόμενοι προς την πίστη και την λατρεία προς Εκείνον κι αφετέρου με την θυσία και το έργο τους!
  Αυτή η αναγέννηση στην οποία καλεί ο Κύριος Ιησούς Χριστός τον κάθε άνθρωπο και του την προσφέρει, αφορά την άγνωστη περιοχή του ίδιου μας του εαυτού, την οποία ακόμη δεν γνωρίζουμε. Και οι αρχαίοι Έλληνες, επίσης, μας προτρέπουν να τη γνωρίσουμε, λέγοντάς μας «γνώθι σαυτόν»
Δεν είναι λοιπόν αυτή η θυσία, μία θυσία επί ματαίω και δεν είναι αυτή που δεν θα δώσει του καρπούς της και δεν θα προσφέρει τη Ζωή. Αντίθετα, όλοι απολαμβάνουμε και χαιρόμαστε τα μεγάλα έργα του Πνεύματος! Όταν στρέψουμε τη ματιά μας στους δημιουργούς, είτε αυτοί είναι μεγάλοι μουσουργοί, ζωγράφοι, γλύπτες, ποιητές, συγγραφείς, είτε εφευρέτες, ερευνητές, επιστήμονες, θα δούμε πως ανάλωσαν τη ζωή τους στο έργο τους.
  Σήμερα, βλέπουμε πόσο η υλιστική κοσμοθεωρία, η οποία τράβηξε ένα δρόμο που οδήγησε τον άνθρωπο μακριά από το Πνεύμα και τις αξίες του, οδηγείται στην αποτυχία, στον κορεσμό, στο αδιέξοδο. Ακόμα και η τεχνολογία, τα οικονομικά μεγέθη παρουσιάζουν την επικινδυνότητα, διότι κάθε έννοια που δεν είναι καρπός του Πνεύματος και δεν υπηρετεί την ενιαία πραγματικότητα κινδυνεύει ν' αποτύχει. Εξάλλου είναι γνωστό πως πολιτισμοί καταστράφηκαν όταν έφτασαν στο ζενίθ της ανάπτυξής τους, διότι διατάραξαν  την ηθική και φυσική τάξη. Καθώς η ηθική και η φυσική τάξη είναι σχετικές και αλληλοσυμπληρούμενες.
 Έτσι, λοιπόν, αγαπητοί μου φίλοι, το ζητούμενο των Χριστουγέννων είναι η ίδια η αναγέννηση του ανθρώπου. Είναι γέννηση του παιδιού που υπάρχει μέσα στον καθένα από εμάς, γι' αυτό θα πει Εκείνος γίνεσθε ως τα παιδία ότι αυτών εστί η βασιλεία των Ουρανών.
   Ας ευχηθούμε να προσεγγίσουμε το πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων. Το χάσμα ανάμεσα στον Θεό και στον άνθρωπο ευθύνεται για το αδιέξοδο και τη δυσαρμονία που παρουσιάζει σήμερα ο κόσμος. Όλη αυτή η δυσαρμονία, είναι, ακριβώς, γιατί οι άνθρωποι δεν έχουν παραχωρήσει τον εαυτό τους σ' αυτή τη Σχέση. Όταν προσανατολίσουμε την ύπαρξη μας μυστικά, εσωτερικά προς Εκείνον και ανοίξει αυτό το κανάλι της θείας επικοινωνίας, τότε τα δεινά, ο πόνος και η πικρία και κάθε πρόβλημα έχουν τη λύση τους, έχουν ένα τέλος και κάθε ερώτημα βρίσκει την απάντησή του.
 Διαπιστώνουμε πόσο ο Λόγος επιβεβαιώνεται, συνεχώς, για την απόλυτη Αλήθεια Του. Χωρίς αμφιβολία είναι Εκείνος που  οδηγεί την ιστορία. Δεν πρόκειται για μόνον μία θεολογική όψη της πραγματικότητας, αλλά για την ίδια τη ζωή. Άλλωστε, Εκείνος το είπε: "εγώ ειμι η οδός και η αλήθεια και η Ζωή" (Ιων. 14,6).
 Εδώ τα πράγματα μας φέρνουν στο σημείο εκείνο ώστε να οδηγηθούμε ο καθείς προσωπικά ενώπιον της αλήθειας. Η μοναξιά, η έλλειψη της επικοινωνίας, ο εξοντωτικός ρυθμός της ζωής, ο μηχανικός τρόπος λειτουργίας του ανθρώπου μέσα σ' ένα απρόσωπο σύστημα που τον αγνοεί. Η έλλειψη του ήθους, το άγχος, η καταναλωτική μανία, η εγκληματικότητα που συνεχώς αυξάνεται, ο ανταγωνισμός.
 Η πράξη στον καθημέρα βίο ένα μέγα πρόβλημα, που ξέφυγε πλέον από τον έλεγχο. Πώς να μην αναζητήσει ο άνθρωπος ύστερα απ' όλα αυτά τον λόγο για τον οποίον συμβαίνουν; Ήρθε η ώρα, έκλεισε ο κύκλος που έδινε στον άνθρωπο κάποιες ψευδαισθήσεις για μια ευοίωνη εξέλιξη ερήμην της σχέσης του με το Θεό.
 Δεν έχει πια πού να στραφεί κανείς.  Να πούμε λοιπόν, ότι ο άνθρωπος σήμερα ως  άσωτος υιός θα επιστρέψει στον Πατέρα;
  Θ' αναγκαστεί να το κάνει; Μα, δεν υπάρχει τίποτε άλλο πια που να μπορεί να δώσει απάντηση στα ερωτήματά του, στα δεινά του! Συσσωρευμένα λάθη που αφορούν την άγνοια του ενός προς τον άλλον, προς τον ίδιο τον εαυτό του, λάθη που επέφερε η παρέκκλιση από το Μέτρο. Όλα αυτά έρχονται πλέον με τις συνέπειές τους.
 Γι' αυτό, όπως είπαμε παραπάνω κλείνει ο κύκλος. Το μόνο που μένει τώρα είναι να ξεχωρίσει ο άνθρωπος τον εαυτό του, να τον θέσει ενώπιον της αλήθειας και να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του, επιστρατεύοντάς τες ώστε να συγκροτήσει, πλέον, τη ζωή, που είναι Σχέση, αποτέλεσμα της συνείδησης του συνυπάρχειν.
 Η υλιστική κοσμοθεωρία αποσυνέδεσε τον άνθρωπο από τον εαυτό του, από τον άλλον και από την ίδια τη ζωή. Εξάλλου, η ίδια δεν είχε ποτέ της την προοπτική να τον εκπαιδεύσει ώστε να τον αποδώσει στη συνειδητότητα αυτή. Βέβαια, πρέπει να πούμε εδώ ότι το χάσμα ανάμεσα στο εγώ και στο εσύ υπήρξε μία προαιώνια υπόθεση, απλά έγινε καθοριστικό και αγεφύρωτο με την επικράτηση ενός υλιστικού τρόπου ζωής, που συνεχώς απομακρύνει τον άνθρωπο από τη συνείδηση του συνυπάρχειν. Το χάσμα αυτό είναι η βάση του αδιεξόδου στο οποίο βρισκόμαστε. Αυτό το αδιέξοδο κορυφώνεται και δημιουργεί τη δυσαρμονία όχι μόνον στη μεταξύ των ανθρώπων σχέση, αλλά πάνω απ' όλα στη σχέση του ανθρώπου με τον ίδιο τον εαυτό του. Η άγνοια του άλλου που είναι και η άγνοια του εαυτού, έδωσε όλη την εικόνα του κόσμου μέσα από πολέμους, δοκιμασίες, δεινά..
 Η διδασκαλία της Αγάπης είναι η μόνη που οδηγεί στην Συνείδηση της Σχέσης.
 " αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν" (Ματθ. 22,39)
Ο πλησίον ως μέσον στην αναζήτηση και γνώση του εαυτού, ως υπέρβαση του περιοριστικού ορίου που αφορά το ατομικό εγώ, το οποίο εγκλωβίζει και αποσυνδέει τον άνθρωπο από βασικές αρχές που συγκροτούν τη θεία Τάξη. Έτσι, δεν μπορεί κανείς ν' αμφιβάλλει, για τον λόγο που η εικόνα της ζωής και του κόσμου παρουσιάζει έναν τρελό ρυθμό, στον  οποίο ο άνθρωπος δρα σπασμωδικά, λειτουργεί απρόσωπα και ζει αυτοκαταστροφικά. Καμία πολιτικοοικονομική «συνταγή» δεν μπορεί να προσφέρει το ευζείν. Η πραγματική κοινωνία δεν μπορεί να επέλθει  από καμία δέσμη μέτρων ως κατάσταση που επιβάλλεται έξωθεν, αλλά ως μία κατάκτηση που αποδίδει τον άνθρωπο στη συνείδηση του συνυπάρχειν. Δεν μπορούμε να αναμένουμε, καμία ευοίωνη προοπτική στο μέλλον, εάν ο ίδιος ο άνθρωπος δεν οδηγηθεί στη συνειδητότητα αυτή, που αφορά όχι μόνον τη φυσική αλλά και μεταφυσική διάσταση.  Ήταν λάθος των πολιτικών ιδεολογιών και των κοινωνικών συστημάτων να διαγράψουν την προσωπική ευθύνη του ανθρώπου και να αποσιωπήσουν  τη σχέση του που αφορά  το εδώ και το επέκεινα.   Χωρίς αυτήν την προοπτική ο άνθρωπος δεν έχει ήθος και από κει και πέρα τα λόγια είναι περιττά.
 Όλο αυτό το αδιέξοδο στις ανθρώπινες σχέσεις,  το κενό που αφήνει στη ψυχή η ζωή τώρα, ο μονόλογος, η καταλυτική φλυαρία, ο υποτυπώδης διάλογος δείχνουν το ανέφικτο της επικοινωνίας.
Το σημείον επαφής είναι Εκείνος. " ου γαρ εισί δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκει ειμι εν μέσω αυτων." (Ματθ. 18, 20)
Χωρίς αυτό το κοινό σημείο αναφοράς οι άνθρωποι αδυνατούν να επικοινωνήσουν. Το εγώ παρεμβάλλεται και δεν αφήνει την αλήθεια ως ζωογόνα ενέργεια να τροφοδοτήσει τη σχέση των ανθρώπων.
 Ο κύκλος κλείνει. Ο προσανατολισμός προς την Αλήθεια ή η άγνοια αυτής καθορίζει και τις συνέπειες. Παρουσιάζονται δύο κατηγορίες: αυτοί οι οποίοι προσανατολίσθηκαν προς Αυτήν και οι άλλοι οι οποίοι την αγνοήσανε. Οι αμετανόητοι, οι οποίοι επιμένουν σε κάτι που πλέον δεν ομοιάζει με ζωή  και οι άλλοι οι οποίοι ετοιμάστηκαν για ν' ανταμώσουν τον άλλον άνθρωπο και πλήρωσαν πολύ ακριβά την δίοδο από τη Στενή Πύλη.
Η Στενή Πύλη είναι οι δοκιμασίες οι οποίες οδηγούν στην μύηση. Αλλά, όταν δεν υπάρχει ένα σημείο αναφοράς και στην περίπτωση αυτή το συγκεκριμένο σημείο αναφοράς, μέσα από τις δοκιμασίες ο άνθρωπος δεν γίνεται καλύτερος, γιατί το εγώ του αρνείται τη δυσκολία. Μιλάμε για μύηση η οποία προάγει σε μια ευρύτερη συνειδητότητα, αλλά για να γίνει αυτό πρέπει ο ίδιος ν' αποδεχθεί αυτόν τον τρόπο της ζωής ο οποίος του προσφέρει τη Γνώση.

                                                                            Αλκμήνη Κογγίδου.
                                                                         Ποιήτρια-δοκιμιογράφος


Α΄ δημοσίευση στις ΠΑΤΡΙΔΕΣ του Καναδά 

Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014

ΜΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΟ ΑΧΡΟΝΟ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ

Η αξιολόγηση της ζωής με βάση την γραμμική αντίληψη του χρόνου συνέβαλε καθοριστικά στο να αποσπάσει τον άνθρωπο από τη συνειδητή βίωση του παρόντος, με συνέπεια τη μετάθεση της σκέψεως είτε στο παρελθόν είτε στο μέλλον. Η απόσπαση αυτή σήμανε την απουσία του από τη ζώσα πραγματικότητα. Η απουσία από το παρόν και η μετάθεση της σκέψεως σε παρελθόντα ή μέλλοντα χρόνο έγινε αιτία λαθών και εγκλημάτων που συνέβησαν και συμβαίνουν στην ανθρωπότητα σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο. Η αξιολόγηση αυτή, βεβαίως, σηματοδοτεί ένα κενό που οδηγεί στην απομόνωση, μ’ αυτές τις προϋποθέσεις δεν είναι δυνατόν να επικοινωνούν και να λειτουργούν οι άνθρωποι με το πνεύμα του συνυπάρχειν. Η έμφαση στο φαινόμενο και στη βιολογική νεότητα, η οποία ως γνωστόν έχει αρχή και τέλος, δεν προσφέρει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να αναχθεί στην επίγνωση της αιώνιας ιδιότητας της ψυχής και φυσικά επιβάλλει τη συγκρότηση της διάνοιας ώστε να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που προκύπτουν. Η επικρατούσα αξιολόγηση επιφέρει τη λήθη και τον αποσπά από τη συνείδηση και την ηθική ευθύνη. Εκτός αυτού δεν μπορεί να συναντηθεί ουσιαστικά με τον άλλον, η συνάντηση των προσώπων προϋποθέτει τη συνειδητή βίωση του παρόντος. Οι κοινωνικές, οικονομικές, οικογενειακές συνθήκες διατηρούν την απομόνωση με αποτέλεσμα να βρίσκεται ο άνθρωπος υποκείμενος στα τραύματα που υπέστη. Άλλοτε επιβάλλει στους άλλους τους δικούς του όρους, ενεργώντας ως θύτης κι άλλοτε υπόκειται τους όρους των άλλων ως θύμα.
ο άνθρωπος υποκείμενος στη γραμμική αντίληψη του χρόνου, δίνει έμφαση στη βιολογική ζωή και στη βιοτική μέριμνα. Ξεκινώντας από την ατομικότητά του προβαίνει αναγκαστικά σε υπερβάσεις των βιολογικών του ορίων, προκειμένου να ανταποκριθεί στα προβλήματα της καθημερινότητας και των αναγκών που προκύπτουν. Άλλοτε, πάλι, επιδιώκει τις υπερβάσεις με σκοπό τη διάκριση στον αθλητισμό, στην επιστήμη, στις σπουδές, αλλά οι υπερβάσεις αυτές δεν έχουν υπαρξιακό χαρακτήρα.
Οι υπαρξιακές υπερβάσεις ως έκφραση της ψυχής και της συνειδήσεως δεν γίνονται με πρόθεση την διάκριση, ούτε την επιβράβευση, γίνονται για να διατηρηθεί ζώσα η υπαρξιακή υπόσταση μέσα στη σχετικότητα. Γίνονται, επίσης, για να διατηρηθεί το σημείο επαφής με τη συνείδηση, κατά κάποιο τρόπο είναι κατακτήσεις του ενάρετου που ανήσυχος αφουγκράζεται το καθαρό αίτημα της ψυχής. Η αρετή προκύπτει από τη συνείδηση του συνυπάρχειν. Ο άνθρωπος δεν γίνεται ήρωας για τον εαυτό του, γενικότερα δεν γίνεται ενάρετος, μόνον, από και για τον εαυτό του, αλλά εν σχέση με τον άλλον. Κάθε θετική σκέψη ή ενέργεια προκύπτει από τη συνείδηση του συνυπάρχειν. Εάν ο άνθρωπος δεν προσπαθήσει να εξαρθεί από τις δεσμεύσεις που υπαγορεύονται από το ατομικό εγώ και το συμβατικό τρόπο σκέπτεσθαι, δεν θα φθάσει στην αρετή, ούτε θα μπορέσει να συνεργαστεί θετικά, συντονίζοντας την ύπαρξή του εν σχέση με τον άλλον και με το όλον. Ο ίδιος, επειδή είναι εξαρτώμενος από τις αισθήσεις του, διαμορφώνει μια ελλιπή αντίληψη περί ζωής που σχετίζεται με το φαινόμενο και με το γραμμικό χρόνο. Η επίπεδη αυτή αντίληψη του δίνει μία ψευδαίσθηση, που ορίζει μία αρχή κι ένα τέλος (γέννηση-θάνατος) της ζωής, με συνέπεια να τον αποσπά από τη συνειδητή βίωση του παρόντος, από την εσωτερικότητα και από τον προσωπικό τρόπο σκέπτεσθαι. Όλα αυτά αναχαιτίζουν την πορεία της αυτογνωσίας του.
Αν εμβαθύνουμε στις περισσότερες περιπτώσεις των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, οι οποίοι δια μέσου της γνώσεως του Εαυτού, έφτασαν σε διατυπώσεις αληθειών, περί του σύμπαντος και της ζωής, που ισχύουν μέχρι σήμερα, θα διαπιστώσουμε τη μεγάλη αξία της αυτογνωσίας. («Γνώρισε τον εαυτό σου και θα γνωρίσεις το σύμπαν και τους Θεούς», Πυθαγόρας) Σ’ αντίθεση με την ολιστική φιλοσοφία, η υλιστική κοσμοθεωρία τέμνει και διασπά την ενότητα της ζωής, υποβάλλοντας έναν ανάλογο τρόπο σκέψεως. Ωστόσο, για τον ελεύθερο άνθρωπο που διατηρεί την προσωπική του ματιά, ο πνευματικός πολιτισμός, ο οποίος προ αιώνων μας παραδίδει τους καρπούς του και μάλιστα με τις διαχρονικές του αξίες, δεν έχει καμία σχέση με το γραμμικό χρόνο. Γι’ αυτό το λόγο τα έργα του πνεύματος προσφέρουν την αιώνια νεότητα («Εἰ δε βούλει, αὐτό ἡ «νόησις» του νέου ἐστίν ἓσις, το δε νέα εἶναι τα ὂντα σημαίνει γιγνόμενα ἀεί εἶναι·..»(Κρατύλος 411c,) Ακόμα και σήμερα, τρεφόμαστε διαμέσου του νοός από τα έργα τα οποία δημιουργήθηκαν από μορφές που έζησαν χιλιάδες χρόνια πριν. Η διαχρονικότητα και η επικαιρότητα των έργων του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Ηράκλειτου, των μεγάλων τραγικών ποιητών τι αποδεικνύει;
Αποδεικνύει ότι οι πνευματικοί δημιουργοί δεν έχουν σχέση με τη γραμμική αντίληψη του χρόνου, αλλά με το αιώνιο παρόν.
Τελικά, ο κόσμος, αν και είναι υποκείμενος στο γραμμικό χρόνο αναζητά μια τροφή πνευματική, η οποία, ίσως δεν γνωρίζει, ότι προέρχεται μέσα από την έξαρση του νοός στο αιώνιο παρόν.
Στην εποχή μας που η παγκοσμιοποίηση χρησιμοποιεί τον άνθρωπο ως όργανο, εμείς οι Έλληνες δεν έχουμε το δικαίωμα της απώλειας της μνήμης των διαχρονικών αξιών και της επαφής μας μ’ αυτές. Εδώ βρίσκουμε πηγές που τροφοδοτούν την ύπαρξή μας και μας υποβάλλουν μία αναθεώρηση και μια βαθύτερη εντρύφηση περί του εαυτού.
Δεν μπορεί να είναι κανείς Έλληνας και να μην ενδιαφέρεται για την αυτογνωσία του, όπως δεν μπορεί να είναι κανείς Χριστιανός και να μην ενδιαφέρεται για τον άλλον. Υπάρχουμε συνυπάρχοντας. Η ψυχή και η συνείδηση φέρνουν στην επίγνωση του ανθρώπου το γεγονός της ζωής υπό την έννοια της σχέσεως.
Οι ευρύτερες κοινωνικές αντιλήψεις έχουν σημαντικά διαμορφωθεί από την επιστήμη, η οποία υποστήριξε το υλιστικό μοντέλο ζωής και συνέβαλε στην εδραίωση του τεχνολογικού πολιτισμού που αναπτύχθηκε ερήμην του πνεύματος, αγνοώντας το φυσικό περιβάλλον. Κυριολεκτικά, αγνόησε τη σχέση του ανθρώπου μ’ αυτό. Γενικότερα, αγνόησε μία βασική αρχή : ότι η ζωή υπάρχει ως σχέση, δηλαδή την αρχή της Ενότητας (το Δελφικό «παν Εν»).
Μετά τη διατύπωση της θεωρίας της σχετικότητας, η οποία έχει επιβεβαιωθεί σήμερα, η αντίληψη για το τι είναι ύλη έχει διαφοροποιηθεί. Πολλά αλλάζουν κι ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη ζωή και τη βιώνουμε είναι δυνατόν ν’ αλλάξει, αν διαφοροποιηθεί η αντίληψή μας για το χρόνο.
Τα οικονομικοπολιτικά συστήματα σε παγκόσμια κλίμακα αντιμετώπιζαν, πάντα, τον άνθρωπο όχι ως ύπαρξη, αλλά ως αριθμό, κατά συνέπεια ως προϊόν εκμεταλλεύσιμο. Ο ίδιος αναγκάστηκε να υπερτονίσει το ένστικτο της επιβιώσεως και να λειτουργήσει άλλοτε αμυνόμενος κι άλλοτε επιτιθέμενος, μέσα σ’ έναν αφιλόξενο κόσμο που αδιαφορεί για τον ίδιο ως ψυχοσωματική οντότητα. Προκειμένου να ζήσει, όσο το δυνατόν, ανώδυνα, σ’ αυτόν τον αδιάφορο για την αλήθεια του, κόσμο, προσπάθησε να γίνει αποδεκτός και ευάρεστος στους πολλούς, περνώντας στη λήθη και στην αλλοτρίωση. Υπέστη, χωρίς να το καταλάβει, την εξομοίωση καθώς ο τρόπος σκέψεως των πολλών υποβάλλεται από την παιδική ηλικία.
Αν ο άνθρωπος αφεθεί να υποστεί την επίδραση του γραμμικού χρόνου στη σκέψη και στον τρόπο της ζωής του, κινδυνεύει να αφανιστεί υπαρξιακά. Αγνοώντας τη μοναδικότητα του προσώπου του, αυτοπροσδιορίζεται με κριτήρια αλλότρια, όπως την επαγγελματική του ταυτότητα, την ηλικία του, την οικονομική του κατάσταση, τη σωματική του υγεία και άλλα συναφή. Η υπαρξιακή εκμηδένιση επέρχεται βαθμιαία καθώς περιορίζεται στη βιολογική του εμβέλεια και αυτοπροσδιορίζεται με τα κριτήρια των άλλων, χάνοντας τον προσωπικό τρόπο σκέπτεσθαι και την ανησυχία περί της υπαρξιακής του αλήθειας. Καθώς αγνοεί τον εαυτό του ως μοναδικότητα είναι εύκολο να συντάσσεται με τους πολλούς.
Εδώ βρίσκεται ένα λεπτό σημείο. Σε κάθε κανόνα υπάρχουν οι εξαιρέσεις, και στην περίπτωση αυτή η γόνιμη εκμηδένιση αποτελεί εξαίρεση. Εάν ο άνθρωπος έχει αποκτήσει συνείδηση της υπάρξεώς του, μετουσιώνει το κακό που υπέστη σε γνώση και τότε αντιστρέφει κάθε αρνητική δύναμη που θα μπορούσε να τον καταστρέψει σε θετική. Μέσα από τη διάσπαση των ορίων της ατομικότητας, ανακαλύπτει τις άγνωστες δυνατότητές του, την υπαρξιακή και οντολογική του υπόσταση και τότε δεν είναι δυνατόν να επιτρέψει το συμβατικό χρόνο, τις συμβατικές συνθήκες ζωής και κυρίως τον τρόπο σκέπτεσθαι που επικρατεί να τον αλλοτριώσουν και να υποστεί τη λήθη.
Θα λέγαμε ότι εξαιρέσεις αποτελούν οι μάρτυρες, οι οποίοι εκμηδενίζονται οι ίδιοι ενώ ταυτόχρονα καθίστανται δέκτες του Λόγου κι ανακαλύπτουν την επαφή με την αιώνια ιδιότητά τους, τη θεία τους υπόσταση . Η ύπαρξη που βρίσκεται αναφορικά προς την αλήθεια μέσα στη σχετικότητα είναι αδιαπραγμάτευτη γι’ αυτό προσανατολίζεται στο Απόλυτο. Έτσι, είναι φυσικό επακόλουθο να μη γίνεται αναγνωρίσιμη από την εποχή της.
Εάν ο άνθρωπος προσανατολισθεί προς την αυτογνωσία του, τότε θα αντιμετωπίσει την κρίση της εποχής μας ως μια δοκιμασία που είναι έδαφος εκμεταλλεύσιμο για την εξέλιξή του.

Αλκμήνη Κογγίδου
Ποιήτρια-δοκιμιογράφος

Φωτογραφία: ΜΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΟ ΑΧΡΟΝΟ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ
Η αξιολόγηση της ζωής με βάση την γραμμική αντίληψη του χρόνου συνέβαλε καθοριστικά στο να αποσπάσει τον άνθρωπο από τη συνειδητή βίωση του παρόντος, με συνέπεια τη μετάθεση της σκέψεως είτε στο παρελθόν είτε στο μέλλον. Η απόσπαση αυτή σήμανε την απουσία του από τη ζώσα πραγματικότητα. Η απουσία από το παρόν και η μετάθεση της σκέψεως σε παρελθόντα ή μέλλοντα χρόνο έγινε αιτία λαθών και εγκλημάτων που συνέβησαν και συμβαίνουν στην ανθρωπότητα σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο. Η αξιολόγηση αυτή, βεβαίως, σηματοδοτεί ένα κενό που οδηγεί στην απομόνωση, μ’ αυτές τις προϋποθέσεις δεν είναι δυνατόν να επικοινωνούν και να λειτουργούν οι άνθρωποι με το πνεύμα του συνυπάρχειν. Η έμφαση στο φαινόμενο και στη βιολογική νεότητα, η οποία ως γνωστόν έχει αρχή και τέλος, δεν προσφέρει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να αναχθεί στην επίγνωση της αιώνιας ιδιότητας της ψυχής και φυσικά επιβάλλει τη συγκρότηση της διάνοιας ώστε να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που προκύπτουν. Η επικρατούσα αξιολόγηση επιφέρει τη λήθη και τον αποσπά από τη συνείδηση και την ηθική ευθύνη. Εκτός αυτού δεν μπορεί να συναντηθεί ουσιαστικά με τον άλλον, η συνάντηση των προσώπων προϋποθέτει τη συνειδητή βίωση του παρόντος. Οι κοινωνικές, οικονομικές, οικογενειακές συνθήκες διατηρούν την απομόνωση με αποτέλεσμα να βρίσκεται ο άνθρωπος υποκείμενος στα τραύματα που υπέστη. Άλλοτε επιβάλλει στους άλλους τους δικούς του όρους, ενεργώντας ως θύτης κι άλλοτε υπόκειται τους όρους των άλλων ως θύμα.
ο άνθρωπος υποκείμενος στη γραμμική αντίληψη του χρόνου, δίνει έμφαση στη βιολογική ζωή και στη βιοτική μέριμνα. Ξεκινώντας από την ατομικότητά του προβαίνει αναγκαστικά σε υπερβάσεις των βιολογικών του ορίων, προκειμένου να ανταποκριθεί στα προβλήματα της καθημερινότητας και των αναγκών που προκύπτουν. Άλλοτε, πάλι, επιδιώκει τις υπερβάσεις με σκοπό τη διάκριση στον αθλητισμό, στην επιστήμη, στις σπουδές, αλλά οι υπερβάσεις αυτές δεν έχουν υπαρξιακό χαρακτήρα. 
Οι υπαρξιακές υπερβάσεις ως έκφραση της ψυχής και της συνειδήσεως δεν γίνονται με πρόθεση την διάκριση, ούτε την επιβράβευση, γίνονται για να διατηρηθεί ζώσα η υπαρξιακή υπόσταση μέσα στη σχετικότητα. Γίνονται, επίσης, για να διατηρηθεί το σημείο επαφής με τη συνείδηση, κατά κάποιο τρόπο είναι κατακτήσεις του ενάρετου που ανήσυχος αφουγκράζεται το καθαρό αίτημα της ψυχής. Η αρετή προκύπτει από τη συνείδηση του συνυπάρχειν. Ο άνθρωπος δεν γίνεται ήρωας για τον εαυτό του, γενικότερα δεν γίνεται ενάρετος, μόνον, από και για τον εαυτό του, αλλά εν σχέση με τον άλλον. Κάθε θετική σκέψη ή ενέργεια προκύπτει από τη συνείδηση του συνυπάρχειν. Εάν ο άνθρωπος δεν προσπαθήσει να εξαρθεί από τις δεσμεύσεις που υπαγορεύονται από το ατομικό εγώ και το συμβατικό τρόπο σκέπτεσθαι, δεν θα φθάσει στην αρετή, ούτε θα μπορέσει να συνεργαστεί θετικά, συντονίζοντας την ύπαρξή του εν σχέση με τον άλλον και με το όλον. Ο ίδιος, επειδή είναι εξαρτώμενος από τις αισθήσεις του, διαμορφώνει μια ελλιπή αντίληψη περί ζωής που σχετίζεται με το φαινόμενο και με το γραμμικό χρόνο. Η επίπεδη αυτή αντίληψη του δίνει μία ψευδαίσθηση, που ορίζει μία αρχή κι ένα τέλος (γέννηση-θάνατος) της ζωής, με συνέπεια να τον αποσπά από τη συνειδητή βίωση του παρόντος, από την εσωτερικότητα και από τον προσωπικό τρόπο σκέπτεσθαι. Όλα αυτά αναχαιτίζουν την πορεία της αυτογνωσίας του.
Αν εμβαθύνουμε στις περισσότερες περιπτώσεις των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, οι οποίοι δια μέσου της γνώσεως του Εαυτού, έφτασαν σε διατυπώσεις αληθειών, περί του σύμπαντος και της ζωής, που ισχύουν μέχρι σήμερα, θα διαπιστώσουμε τη μεγάλη αξία της αυτογνωσίας. («Γνώρισε τον εαυτό σου και θα γνωρίσεις το σύμπαν και τους Θεούς», Πυθαγόρας) Σ’ αντίθεση με την ολιστική φιλοσοφία, η υλιστική κοσμοθεωρία τέμνει και διασπά την ενότητα της ζωής, υποβάλλοντας έναν ανάλογο τρόπο σκέψεως. Ωστόσο, για τον ελεύθερο άνθρωπο που διατηρεί την προσωπική του ματιά, ο πνευματικός πολιτισμός, ο οποίος προ αιώνων μας παραδίδει τους καρπούς του και μάλιστα με τις διαχρονικές του αξίες, δεν έχει καμία σχέση με το γραμμικό χρόνο. Γι’ αυτό το λόγο τα έργα του πνεύματος προσφέρουν την αιώνια νεότητα («Εἰ δε βούλει, αὐτό ἡ «νόησις» του νέου ἐστίν ἓσις, το δε νέα εἶναι τα ὂντα σημαίνει γιγνόμενα ἀεί εἶναι·..»(Κρατύλος 411c,) Ακόμα και σήμερα, τρεφόμαστε διαμέσου του νοός από τα έργα τα οποία δημιουργήθηκαν από μορφές που έζησαν χιλιάδες χρόνια πριν. Η διαχρονικότητα και η επικαιρότητα των έργων του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Ηράκλειτου, των μεγάλων τραγικών ποιητών τι αποδεικνύει; 
Αποδεικνύει ότι οι πνευματικοί δημιουργοί δεν έχουν σχέση με τη γραμμική αντίληψη του χρόνου, αλλά με το αιώνιο παρόν. 
Τελικά, ο κόσμος, αν και είναι υποκείμενος στο γραμμικό χρόνο αναζητά μια τροφή πνευματική, η οποία, ίσως δεν γνωρίζει, ότι προέρχεται μέσα από την έξαρση του νοός στο αιώνιο παρόν. 
Στην εποχή μας που η παγκοσμιοποίηση χρησιμοποιεί τον άνθρωπο ως όργανο, εμείς οι Έλληνες δεν έχουμε το δικαίωμα της απώλειας της μνήμης των διαχρονικών αξιών και της επαφής μας μ’ αυτές. Εδώ βρίσκουμε πηγές που τροφοδοτούν την ύπαρξή μας και μας υποβάλλουν μία αναθεώρηση και μια βαθύτερη εντρύφηση περί του εαυτού. 
Δεν μπορεί να είναι κανείς Έλληνας και να μην ενδιαφέρεται για την αυτογνωσία του, όπως δεν μπορεί να είναι κανείς Χριστιανός και να μην ενδιαφέρεται για τον άλλον. Υπάρχουμε συνυπάρχοντας. Η ψυχή και η συνείδηση φέρνουν στην επίγνωση του ανθρώπου το γεγονός της ζωής υπό την έννοια της σχέσεως.
Οι ευρύτερες κοινωνικές αντιλήψεις έχουν σημαντικά διαμορφωθεί από την επιστήμη, η οποία υποστήριξε το υλιστικό μοντέλο ζωής και συνέβαλε στην εδραίωση του τεχνολογικού πολιτισμού που αναπτύχθηκε ερήμην του πνεύματος, αγνοώντας το φυσικό περιβάλλον. Κυριολεκτικά, αγνόησε τη σχέση του ανθρώπου μ’ αυτό. Γενικότερα, αγνόησε μία βασική αρχή : ότι η ζωή υπάρχει ως σχέση, δηλαδή την αρχή της Ενότητας (το Δελφικό «παν Εν»). 
Μετά τη διατύπωση της θεωρίας της σχετικότητας, η οποία έχει επιβεβαιωθεί σήμερα, η αντίληψη για το τι είναι ύλη έχει διαφοροποιηθεί. Πολλά αλλάζουν κι ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη ζωή και τη βιώνουμε είναι δυνατόν ν’ αλλάξει, αν διαφοροποιηθεί η αντίληψή μας για το χρόνο. 
Τα οικονομικοπολιτικά συστήματα σε παγκόσμια κλίμακα αντιμετώπιζαν, πάντα, τον άνθρωπο όχι ως ύπαρξη, αλλά ως αριθμό, κατά συνέπεια ως προϊόν εκμεταλλεύσιμο. Ο ίδιος αναγκάστηκε να υπερτονίσει το ένστικτο της επιβιώσεως και να λειτουργήσει άλλοτε αμυνόμενος κι άλλοτε επιτιθέμενος, μέσα σ’ έναν αφιλόξενο κόσμο που αδιαφορεί για τον ίδιο ως ψυχοσωματική οντότητα. Προκειμένου να ζήσει, όσο το δυνατόν, ανώδυνα, σ’ αυτόν τον αδιάφορο για την αλήθεια του, κόσμο, προσπάθησε να γίνει αποδεκτός και ευάρεστος στους πολλούς, περνώντας στη λήθη και στην αλλοτρίωση. Υπέστη, χωρίς να το καταλάβει, την εξομοίωση καθώς ο τρόπος σκέψεως των πολλών υποβάλλεται από την παιδική ηλικία.
Αν ο άνθρωπος αφεθεί να υποστεί την επίδραση του γραμμικού χρόνου στη σκέψη και στον τρόπο της ζωής του, κινδυνεύει να αφανιστεί υπαρξιακά. Αγνοώντας τη μοναδικότητα του προσώπου του, αυτοπροσδιορίζεται με κριτήρια αλλότρια, όπως την επαγγελματική του ταυτότητα, την ηλικία του, την οικονομική του κατάσταση, τη σωματική του υγεία και άλλα συναφή. Η υπαρξιακή εκμηδένιση επέρχεται βαθμιαία καθώς περιορίζεται στη βιολογική του εμβέλεια και αυτοπροσδιορίζεται με τα κριτήρια των άλλων, χάνοντας τον προσωπικό τρόπο σκέπτεσθαι και την ανησυχία περί της υπαρξιακής του αλήθειας. Καθώς αγνοεί τον εαυτό του ως μοναδικότητα είναι εύκολο να συντάσσεται με τους πολλούς. 
Εδώ βρίσκεται ένα λεπτό σημείο. Σε κάθε κανόνα υπάρχουν οι εξαιρέσεις, και στην περίπτωση αυτή η γόνιμη εκμηδένιση αποτελεί εξαίρεση. Εάν ο άνθρωπος έχει αποκτήσει συνείδηση της υπάρξεώς του, μετουσιώνει το κακό που υπέστη σε γνώση και τότε αντιστρέφει κάθε αρνητική δύναμη που θα μπορούσε να τον καταστρέψει σε θετική. Μέσα από τη διάσπαση των ορίων της ατομικότητας, ανακαλύπτει τις άγνωστες δυνατότητές του, την υπαρξιακή και οντολογική του υπόσταση και τότε δεν είναι δυνατόν να επιτρέψει το συμβατικό χρόνο, τις συμβατικές συνθήκες ζωής και κυρίως τον τρόπο σκέπτεσθαι που επικρατεί να τον αλλοτριώσουν και να υποστεί τη λήθη. 
Θα λέγαμε ότι εξαιρέσεις αποτελούν οι μάρτυρες, οι οποίοι εκμηδενίζονται οι ίδιοι ενώ ταυτόχρονα καθίστανται δέκτες του Λόγου κι ανακαλύπτουν την επαφή με την αιώνια ιδιότητά τους, τη θεία τους υπόσταση . Η ύπαρξη που βρίσκεται αναφορικά προς την αλήθεια μέσα στη σχετικότητα είναι αδιαπραγμάτευτη γι’ αυτό προσανατολίζεται στο Απόλυτο. Έτσι, είναι φυσικό επακόλουθο να μη γίνεται αναγνωρίσιμη από την εποχή της.
Εάν ο άνθρωπος προσανατολισθεί προς την αυτογνωσία του, τότε θα αντιμετωπίσει την κρίση της εποχής μας ως μια δοκιμασία που είναι έδαφος εκμεταλλεύσιμο για την εξέλιξή του.

Αλκμήνη Κογγίδου
Ποιήτρια-δοκιμιογράφος

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2014

θεωρητική και βιωματική γνώση

Θεωρητική και βιωματική γνώση.

Η ανάγκη του σημερινού ατόμου να κατανοήσει, όλο και περισσότερο, τους μηχανισμούς, με τους οποίους λειτουργεί το σύστημα, από το οποίο εξαρτάται η ίδια του η επιβίωση, τον εντάσσει σε μια διαδικασία μηχανοποίησης. Ήδη, ο ψυχισμός του παρουσιάζει σήμερα τη νοσηρότητα της απομόνωσης. Ο καταιγισμός των πληροφοριών ως επιδρομή στον εγκέφαλό του, αναχαιτίζει τη δυνατότητα του στοχασμού, της εσωτερίκευσης, της επικοινωνίας. Η ικανότητά του να διεισδύσει στην ουσία και να ερμηνεύει όσα συμβαίνουν, ατονεί. Ο μέσος άνθρωπος αδυνατεί να δημιουργήσει μια προσωπική άποψη, του υποβάλλεται ένας μαζικός τρόπος αντίληψης και αίσθησης των πραγμάτων. Χωρίς να μπορεί ν' αντιδράσει, συντρίβεται κυριολεκτικά από το σύστημα. Με την επιβολή του συστήματος, μεσολαβεί η λήθη που διαγράφει το υπαρξιακό αίτημα και το αντίστοιχο εθνικό φρόνημα με το οποίο αυτό συνδέεται.
 Η φύση, μέσα από τη σιωπή της, διδάσκει, παράγει τους καλούς καρπούς αλλά και τα ζιζάνια, μας δίνει την ευκαιρία να στοχαστούμε. Αν το δέντρο που βαθαίνει τις ρίζες του στο έδαφος αντιστέκεται στους ανέμους, κατ’ αναλογία ο καθένας, και κυρίως ο Έλληνας που βαθαίνει τις ρίζες του στο έδαφος των διαχρονικών αξιών του Ελληνοχριστιανικού πολιτισμού αντιστέκεται στα αλλοτριωτικά ρεύματα της παγκοσμιοποίησης. Το βιβλίο είναι μια πηγή που προσφέρει θεωρητική γνώση. Εάν ενσκύψουμε στο θησαυρό της Ελληνικής γλώσσας θα ανακαλύψουμε τη σοφία η οποία δίνει νόημα στη ζωή. Η φιλοσοφία είναι ένας δύσκολος τομέας, δεν αρκεί η ανάγνωση των φιλοσοφικών απόψεων. Προάγεται η αντίληψη και διευρύνονται οι ορίζοντες, όταν, όχι απλώς μελετά κανείς, αλλά αρχίζει να θέτει ο ίδιος ερωτήματα στον εαυτό του. Υπαρξιακά ερωτήματα, όπως: «ποιος είμαι», «ποιο το νόημα αυτής της ζωής» κλπ.  Υπάρχει η ανάγκη να προχωρήσει ο άνθρωπος, πλέον, σε μια ευρύτερη συνειδητότητα. Αν το βιβλίο έχει αυτό το σκοπό, τότε επιτελεί έναν ύψιστο προορισμό.  
 " ο ποιητής είναι η Συνείδηση του κόσμου", έλεγε ο αείμνηστος Οδυσσέας Ελύτης. Λειτουργεί μέσα απ' ένα υψηλό επίπεδο αισθαντικότητας, μετουσιώνοντας μηνύματα και έννοιες σε εικόνες. Ο ποιητικός λόγος έχει τη δυνατότητα να λειτουργήσει ως δρων λόγος, αφυπνίζοντας δια μέσω της συγκίνησης, τη συνείδηση. Έτσι, λειτουργεί η επαφή του αναγνώστη με τον λόγο  βιωματικά. Στο υψηλότερο επίπεδο της παιδείας δεν έχει θέση η πληροφορία ως επίκτητη γνώση, αλλά η βιωματική γνώση. Εάν δεχθούμε ότι η πραγματική μόρφωση είναι κατάκτηση μιας διαλεκτικής διεργασίας, σημασία έχει η ετοιμότητα του δέκτη-αναγνώστη.
 Εάν, ο λόγος του συγγραφέα διαθέτει τον Κοινό Νου προσφέρεται ως σημείο επαφής του αναγνώστη με τη ζωή, ανασύρει την ουσία και την αλήθεια, προκαλώντας τη συγκίνηση.
Οι γνώσεις ωστόσο λειτουργούν αλλοτριωτικά, όταν ο άνθρωπος δεν έχει διαμορφώσει τη δική του προσωπικότητα, σμιλεύοντάς την, μέσα από τις δοκιμασίες. Το θεμέλιο για το οικοδόμημα της προσωπικότητας είναι το ήθος. Η θεωρητική γνώση δεν μπορεί να ισχυροποιήσει τη  θετική προοπτική της συνυπάρξεως, χωρίς το θεμέλιο λίθο του ήθους. Η βιωματική γνώση είναι, όχι μόνον πιο ολοκληρωμένη, αλλά και πιο προσωπική καθώς προωθεί στη γνώση του εαυτού.
 Στην εποχή μας οι πληροφορίες υποκαθιστούν την ουσιαστική παιδεία. Το λειτούργημα του δασκάλου έχει μετατραπεί σε επάγγελμα και λειτουργεί μια  διαδικασία μετάδοσης γνώσεων. Ο εκπαιδευτικός αναγκάζεται συνεχώς ν' αποθηκεύει γνώσεις και να τις αναμεταδίδει. Η θεωρητική γνώση δεν μπορεί να είναι εποικοδομητική όταν αποσπά τον  άνθρωπο από τη συνείδηση που τον εισάγει  στη σφαιρική αντίληψη της ζωής.
 Οι γνώσεις δεν εμπόδισαν τον φαύλο κύκλο της βίας και της ανηθικότητας. Η κατοχή της γνώσης στα χέρια του ανθρώπου είναι μια δύναμη που μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τη καταστροφή, αν δεν υπάρχει το ήθος. Ο έχων αυτογνωσία,  έχει ως  ηνίοχο τον Νου και καθίσταται ελεύθερος να διαχειριστεί ορθά τις γνώσεις και να τις χρησιμοποιήσει για το κοινό καλό. Ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός δομήθηκε με γνώμονα την ολιστική αντίληψη ζωής που δεν αγνοεί τη μεταφυσική, γι’ αυτό  ο πολιτισμός αυτός προωθεί  τον προβληματισμό γύρω από τη γνώση του εαυτού, και την αρμονική συμβίωση με το φυσικό περιβάλλον και όχι μόνον. Έχοντας, πάντα, μέσα από την παιδεία σαν στόχο την υπερβατική ιδιότητα της ζωής που αφορά την ελευθερία του ανθρώπου από το φυσικό σώμα, θεωρεί τη γέννηση ως απαρχή των άθλων (γενέθλια).
 Οι πολιτικοί άνδρες στην αρχαία Ελλάδα είναι γνωστό ότι ζητούσαν τη γνώμη των φιλοσόφων. Ο λόγος ήταν ότι ήθελαν να σχηματίσουν μια σφαιρικότερη αντίληψη ώστε οι πράξεις τους να έχουν θετική προοπτική στο κοινωνικό σύνολο.  Αναζητούσαν δια μέσου του διαλόγου το ορθόν, γεγονός που ασκεί την ουσιαστική παιδεία. Ενώ, δια μέσω της μύησης αναζητούσαν την υπερβατική φύση (Μυστήρια). Ο τεχνολογικός πολιτισμός, προσφέροντας σ' όλους τους τομείς την ευκολία, έχει υποκαταστήσει  τη διαδικασία που εκπαιδεύει τον άνθρωπο μέσα από την δοκιμασία. Οι αρχαίοι Έλληνες και οι Αιγύπτιοι, επίσης, γνώριζαν την αξία της δοκιμασίας. Οι μυημένοι στα μυστήρια αποκτούσαν την  βεβαιότητα της υπερβατικής τους φύσεως.
Η υλιστική κοσμοθεωρία υποκατέστησε τις πραγματικές αξίες με τον αγώνα της επιβίωσης, μεσολάβησε αρνητικά ως προς την αυτογνωσία του σύγχρονου ανθρώπου, τον οποίο αντιμετωπίζει όχι ως πρόσωπο αλλά ως αριθμό. Επίσης, τον αποσύνδεσε απ' την παράδοση και τον πολιτισμό του τόπου του, καθώς επιβλήθηκε σαρωτικά ως ένα παγκόσμιο σύστημα. Ο κίνδυνος της παγκοσμιοποίησης, κατά την άποψή μας προβάλλει μέσα από την απουσία της εμπειρικής γνώσεως, της προσωπικής θέσεως και την επιβολή ενός μαζικού τρόπου αντιλήψεως της ζωής..
Η κρίση που επήλθε προσφέρει την ευκαιρία  μιας αναθεώρησης και την ανάγκη ενός προσωπικού προβληματισμού. Η ίδια μπορεί να λειτουργήσει ως μύηση καθώς προσφέρει τη δοκιμασία μέσω της οποίας ο άνθρωπος διέρχεται  ώστε να ανακαλύψει  τις άγνωστες δυνατότητές του κι έναν άλλον προσανατολισμό ζωής με προοπτική.   Η βίωση του παρόντος με τη συμμετοχή της ψυχής και της συνείδησης συνδέει τον άνθρωπο με τη ζώσα πραγματικότητα η οποία δεν διακόπτεται από το θάνατο. Το παρόν ως προϋπόθεση συνειδητής μετοχής στη ζώσα πραγματικότητα αποκαλύπτει και τη σχέση του με την υπερβατική του φύση. Βέβαια, για να συμβεί αυτό θα πρέπει να προηγηθεί μια άλλη αντίληψη ζωής, η οποία δεν περιορίζεται μέσα στη γραμμική έννοια του χρόνου αλλά προσανατολίζει στο παρόν, που είναι άχρονο και σχετικό με την αιωνιότητα.                                   

                                                                                  Αλκμήνη Κογγίδου
                                                                                Ποιήτρια- Δοκιμιογράφος.

Παρασκευή 20 Ιουνίου 2014

Ο ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ

Ο ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΑΠ. ΠΑΥΛΟΥ

Ο απόστολος Παύλος, ο μεγάλος αυτός απόστολος των εθνών, κήρυκας του Θεού Λόγου διεισδύει και επισημαίνει κάποια λεπτά σημεία, άξια να τα προσεγγίσουμε. Στην αρχή του κεφ. 12 στην προς Ρωμαίους επιστολή του, εστιάζει την προσοχή μας στον κίνδυνο της συνάφειας και της προσαρμογής στη νοοτροπία του κόσμου. Συνήθως, ο άνθρωπος προσπαθεί να προσαρμοσθεί  με κάθε τρόπο στο πνεύμα της εποχής του, να ενταχθεί στον τρόπο ζωής που επικρατεί. Οι εποχές αλλάζουν, οι συνθήκες μεταβάλλονται, αλλά ωστόσο η σχετικότητα παραμένει, καθώς ο άνθρωπος  ως σώμα και ψυχή οδεύει στον κόσμο αυτόν και ως θνητός και ταυτόχρονα ως φορέας της αθάνατης ψυχής. Οι αιώνες που μεσολάβησαν από την εποχή του Απ. Παύλου έως σήμερα δεν κατέστησαν το μήνυμά του παρελθόν. Αντιθέτως, είναι επίκαιρο και διαχρονικό.
 «Παρακαλῶ  οὖν ὑμᾶς, ἀδελφοί διὰ τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Θεοῦ, παραστῆσαι τὰ σώματα ὑμῶν θυσίαν ζῶσαν, ἁγίαν, εὐάρεστον τῷ Θεῷ, τὴν λογικήν λατρείαν ὑμῶν, καὶ μὴ συσχηματίζεσθε τῷ αἰῶνι τούτῳ, ἀλλά μεταμορφοῦσθε  τῇ ἀνακαινῶσει τοῦ νοός ὑμῶν, εἰς το δοκιμάζειν ὑμᾶς τί τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀγαθόν και εὐάρεστον καὶ τέλειον».
 ( προς Ρωμ. 12, 1-2)
Χωρίς να το αντιλαμβάνεται κανείς, όταν συντάσσεται με το πνεύμα των πολλών, αποσπάται από τη συνείδησή του. Παράλληλα, ακολουθεί, πλέον, έναν μαζικό τρόπο σκέπτεσθαι, με συνέπεια να επέρχονται, συν τ χρόν, η αλλοτρίωση και η λήθη. Δεν αντιλαμβάνεται ως κίνδυνο την προσαρμογή του στον κόσμο, ωστόσο ο κίνδυνος υφίσταται και  αφορά την απώλεια της ευθύνης του απέναντι στην αξία της υπάρξεώς του. Ο επίπεδος τρόπος σκέπτεσθαι και η συμβιβαστική ένταξη του ανθρώπου σ’ αυτόν, δημιουργεί μία αντίληψη, η οποία του στερεί την υπαρξιακή ανησυχία, καθώς δίνει έμφαση στη βιολογική και βιοτική μέριμνα.
Είναι πολύ σχετικό αυτό που επισημαίνει ο Απόστολος Παύλος «μη συσχηματίζεσθε τῶ αἰώνι τούτω» στην επιστολή του προς Ρωμαίους  (12,1-2) με την παραβολή του άδικου διαχειριστή, κατά Λουκά (κεφ. 16, 1-13) .
Εντάσσεται ο άνθρωπος στο πνεύμα του κόσμου, όταν ενστερνίζεται τα πρότυπα που επικρατούν στην εποχή του -κι αν λάβουμε υπ’ όψιν μας την παραβολή του άδικου διαχειριστή- συμπεριφέρεται, τότε, όπως «οι υιοί του αιώνος τούτου», ακολουθώντας έναν τρόπο σκέπτεσαι και μια ανάλογη φιλοσοφία, η οποία έχει σχέση με τη γραμμική έννοια του χρόνου.  Δανείζεται έναν αλλότριο τρόπο σκέπτεσθαι και αποσπάται από την ψυχή και από τη συνείδησή του.. Στην παραβολή αυτή του άδικου διαχειριστή γίνεται διάκριση ανάμεσα στους υιούς του αιώνος τούτου και στους υιούς του φωτός.
Ενδεικτικό της ύπνωσης της συνειδήσεως είναι η συμμόρφωση με την νοοτροπία του κόσμου, των πολλών… Ο άνθρωπος από την παιδική του ηλικία μαθαίνει τι είναι καλό και τι κακό, διαμορφώνει τη σκέψη του αποκτώντας κριτήρια περί του καλού και του κακού, χωρίς όμως ο ίδιος να θέτει εκ νέου ερωτήματα, αναζητώντας την αλήθεια.
 Από την ανάλογη  αντίληψη περί χρόνου  προκύπτει η  αντίστοιχη αξιολόγηση  της ζωής. Στην γραμμική αντίληψη του χρόνου (παρελθόν-παρόν- μέλλον) η σκέψη αποσπάται άλλοτε στο παρελθόν κι άλλοτε στο μέλλον, με συνέπεια την απουσία από το γίγνεσθαι που επιτελείται στο αέναο παρόν.
Εφόσον ο άνθρωπος απελευθερώνεται από τα δεσμά που αφορούν τον τρόπο σκέπτεσθαι των πολλών, την περιχαράκωση των αισθήσεων κι από την έγκλειστη ατομικότητα, συνειδητοποιεί την ευθύνη του απέναντι στην αιωνιότητα της υπάρξεώς του. Αυτή η ιδιότητα της ψυχής και της συνειδήσεως τον οδηγεί στην επίγνωση της σχέσεως με τον άλλον και το όλον. Καθώς κινείται ελεύθερα αναφορικά προς το δίκαιο και την αλήθεια, επόμενο είναι να απαλλάσσεται από λάθη που επιφέρουν ενοχές, τότε διατίθεται γι’ αυτό που λέει ο Απ. Παύλος «μεταμορφοῦσθε  τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοός ὑμών» Μ’ αυτή τη φράση δηλώνεται μία αναγωγή στον νου, ο οποίος κινείται αενάως!  Η δυνατότητα του ανθρώπου να αλλάζει, συντελείται διαμέσω του νοός και δηλώνει ελευθερία. « Εἰ δε βούλει, αυτό ἡ νόησις τοῦ νέου ἐστίν ἕσις, το δε νέα εἶναι τα ὅντα σημαίνει γιγνόμενα ἀεί εἶναι»  (Κρατύλος 411e). Είναι μια κίνηση ανανέωσης (μεταμορφοῦσθε)  η οποία διατηρεί την ύπαρξη του ανθρώπου ζώσα μέσα στο άχρονο παρόν που είναι σχετικό με την αιωνιότητα.
Ο Απ. Παύλος ζώντας σε συνεχή επαφή με το Άγιο Πνεύμα  αποτείνεται  στην ανώτερη φύση που βρίσκεται στον άνθρωπο αλλά δεν την έχει στην επίγνωσή του. Η σχέση  του ανθρώπου με την ανώτερη φύση του τον οδηγεί στη λογική λατρεία, στη λατρεία του Θεού από γνώση του εαυτού  και από θαυμασμό προς το μεγαλείο της θείας δημιουργίας. Η γνώση του εαυτού γίνεται προϋπόθεση για να θεάται και να θαυμάζει το μεγαλείο της θείας Σοφίας. Άλλωστε, η εντολή «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως εαυτόν» προϋποθέτει αυτογνωσία. Η μετοχή στην ιερότητα της ζωής είναι αποτέλεσμα της αυτογνωσίας. Μετέχοντας ο άνθρωπος στην αλήθεια του Λόγου, αενάως, δεν αποσπάται ούτε από τη συνείδησή του, ούτε από τη ψυχή του, η μετοχή αυτή γίνεται μέσω της θυσίας και η θυσία ζώσαν είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να αποσπάσει την ύπαρξη του από τον παλαιό κόσμο κι από τα όρια της ατομικότητάς του και να την προσφέρει ενεργά στο Θεό.
Κάθε κίνδυνος (της λήθης, του συσχηματισμού με τους άλλους, της αλλοτρίωσης κατά την οποία χάνει τα προσωπικά του στοιχεία, των ενοχών, των παραλείψεων κλπ) αίρεται, αν και εφόσον βιώνει συνειδητά το παρόν. Στους υιούς του φωτός επιφορτίζεται το καθήκον να διατηρούν την επαφή τους αενάως με την Αλήθεια, δηλαδή μ’ Εκείνον. Είναι η επισήμανση αυτή αναγκαία, καθώς, όπως είπαμε παραπάνω, είναι δυνατόν ο άνθρωπος να λησμονήσει. Εξάλλου, υποβάλλεται από την ίδια του τη φύση που είναι φυγόπονη στη λήθη του ένθεου προορισμού του.
Η δοκιμασία ασκεί μυητικά τον άνθρωπο στην περαιτέρω γνώση του εαυτού, όταν κι εφόσον τη δέχεται με την προϋπόθεση της μαθητείας. Από τις δοκιμασίες, τις οποίες αποδέχεται ως τρόπο μαθητείας, αντιλαμβάνεται την αγάπη του Θεού.  Το ατομικό εγώ μέσα στην περιχαράκωση των αισθήσεων εγκλωβίζει την ύπαρξη και τη συνείδηση επικίνδυνα. Δεν υπάρχει  τρόπος να γνωρίσει ο άνθρωπος τον εαυτό του και την ένθεη υπόστασή του εάν δεν υποστεί τη δοκιμασία. Η εμπιστοσύνη προς το Θεό κάνει τον άνθρωπο αποδέκτη των δοκιμασιών, τις οποίες εκμεταλλεύεται για την περαιτέρω γνώση.  Έχουν σαν σκοπό να τον φέρουν στην επίγνωση του θελήματος του Θεού.
Η δοκιμασία δεν αφορά μόνον τον ίδιο για να αποκτήσει τη γνώση των δυνατοτήτων του, αλλά καθώς η αγάπη του Θεού οδηγεί στην Ενότητα, δεν θα ήταν δυνατόν, χωρίς δοκιμασίες, να κατανοούσε τον πάσχοντα έτερο συνάνθρωπό του. Μας δίνουν την προϋπόθεση να εισέλθουμε στο πνεύμα της Ενότητας για το λόγο ότι το επώδυνο  βίωμα γίνεται προϋπόθεση κατανόησης του άλλου. Η Σοφία του Θεού που είναι παράλληλα και Αγάπη υποθέτουμε ότι δημιουργεί συνθήκες ανάλογες για να διαγωνισθεί ο άνθρωπος ανάλογα με την ιδιαιτερότητά του και την εποχή του.
Βρισκόμαστε, πλέον, σε μια κρίσιμη φάση της πλήρους αποτυχίας αυτού του πολιτισμού κι είναι εμφανή τα εγκλήματα σε όλα τα επίπεδα με τις συνέπειες τους, αλλά εμείς θα μιλήσουμε για τα αφανή συμπτώματα, τα οποία επήλθαν : το θάνατο του υπαρξιακού ανθρώπου, τη νέκρωση των συνειδήσεων και την απογύμνωση των ψυχών από την ευαισθησία.
Πώς μπορεί να αποσπάσει ο άνθρωπος τον εαυτό του, αυτή τη στιγμή, από ένα πλέγμα μέσα στον οποίο βρέθηκε εξαρτώμενος;
 Ο Λόγος απευθύνεται στον καθένα και σε κάθε εποχή και σ’ όλες τις συνθήκες που επικρατούν. Αρκεί να πιστέψει ο άνθρωπος στον Λόγο που τον καθιστά υπεύθυνο απέναντι στην αιωνιότητα της υπάρξεώς του και στην ιερότητα της ζωής. Αυτό και μόνο είναι ικανό να εγείρει την εγρήγορση που αφορά τον ίδιο ως ψυχοσωματική οντότητα ώστε να βρίσκεται πάντοτε συνειδητά στον παρόν. Η συνειδητή βίωση του παρόντος τον εισάγει στην άχρονη ιδιότητα της αιωνιότητας μέσω της ψυχής και της συνειδήσεώς του. Αυτό είναι ένα ευφρόσυνο συναίσθημα, ένα βίωμα ουσιαστικής ζωής. Έτσι, μόνον, μπορεί να δικαιώσει και τις δοκιμασίες και τα δεινά. Θα τ’ αποδεχτεί και θα τα μετουσιώσει σε γνώση η οποία οδηγεί στην ελευθερία.
Η θυσιαστική ζωή αποσπά από το φαύλο κύκλο των ενοχών και της άγνοιας του εαυτού Αυτή, λοιπόν, η θυσιαστική ζωή είναι πορεία σωτηρίας την οποία υποδεικνύει ο Κοσμοσωτήρ Χριστός.
Αλκμήνη Κογγίδου
Ποιήτρια-δοκιμιογράφος

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό λόγου και τέχνης «Δευκαλίων ο Θεσσαλός»  Μάρτιος 2014

Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

Χρόνος και αξιολόγηση

Χρόνος και  αξιολόγηση.


 
 Είναι δυνατόν ο άνθρωπος ως πεπερασμένο ον να μπορεί να συλλάβει το άπειρο ; Πεπερασμένο ον είναι μόνον όσον αφορά τη φυσική του υπόσταση. Η αντίληψή του είναι πεπερασμένη αλλά επιδέχεται διεύρυνση. Στην προσπάθειά του ο άνθρωπος να πλησιάσει το Απόλυτο εκμηδενίζεται ως ατομικότητα. Η εκμηδένιση αυτή σημαίνει διεύρυνση των ορίων της αντίληψής του, σημαίνει μεγαλύτερη επίγνωση του εαυτού, ακόμη σημαίνει αποκάλυψη του εσωτερικού κόσμου της ψυχής. Η απάντηση στο ερώτημα αν μπορεί να συλλάβει το άπειρο είναι σχετική με τη δυνατότητά του να γνωρίσει και να διεισδύσει στην ίδια την Ψυχή η οποία συνδέεται με το άπειρο. Ψυχαναλυτές-ερευνητές, έχουν βεβαιωθεί ότι ο άνθρωπος φιλοξενεί τη δυνατότητα της υπέρβασης. Η ανάγκη να λατρέψει τον Δημιουργό του εκφράζεται χάρη σ’ αυτή τη δυνατότητα μέσα από το ερωτικό στοιχείο που ενυπάρχει στη Ψυχή.
 Η  γνησιότητα της λατρευτικής έκφρασης προς το Θεό δεν μπορεί παρά να είναι σχετική με την αυτογνωσία. Σύμφωνα με τον ψαλμό «γνώρισόν μοι Κύριε, οδόν εν η πορεύσομαι’’ ο άνθρωπος επιζητά έναν δρόμο για να πορευθεί, ουσιαστικά επιζητά να αποκτήσει τη συνείδηση πρώτα απ’ όλα του ίδιου του εαυτού του, της μοναδικότητάς του μέσα στον κόσμο. Είναι η αναζήτηση αυτή μια σωστή αφετηρία. Ψάχνοντας αυτό που τον εκφράζει, αυτό που είναι η δική του αλήθεια, αγγίζει τη Συνείδηση, το θείο στοιχείο εντός του. Οτιδήποτε παρεμβάλλεται ανάμεσα στον άνθρωπο και στην αλήθεια του τον απομακρύνει από τον ίδιο τον εαυτό του και φυσικά από Εκείνον. Ο φόβος, το μίσος, οι επιθυμίες, το αίσθημα της αδικίας ή της εκδικήσεως περιορίζουν την επίγνωσή του χαμηλά, την φυλακίζουν στα όρια του εγώ και φυσικά τον απομακρύνουν από την αλήθεια. Όλα αυτά λειτουργούν μέσα σε μια ανακύκλωση που αναχαιτίζουν την πορεία της εξελίξεώς του. Η αδυναμία του, η δυστυχία του, η αρρώστια του, ο φόβος του θανάτου και άλλα πολλά τον κάνουν βέβαια να καταφεύγει στο Θεό. Δύναται όμως να Τον λατρεύσει πραγματικά από τη θέση αυτή της ανάγκης και της αδυναμίας;
 Μπορεί να προσπαθήσει ακολουθώντας την παράδοση, όμως είναι αδύνατον υποκινούμενος από την ανασφάλεια να λατρεύσει τον Θεό. Στην δυνατότητα αυτή της λατρευτικής έκφρασης φθάνει η ψυχή, η μαγεμένη από το θείο έρωτα. Το εγώ αδυνατεί να αισθανθεί την πληρότητα της χαράς και της θλίψης. Το εγώ ταυτίζεται με το απρόσωπο πλήθος, υποτάσσεται σ’ ένα μαζικό τρόπο λατρείας που υποβάλλεται μέσα από το δόγμα ( το οποιοδήποτε) και έτσι εκφράζει το θρησκευτικό του συναίσθημα  και εκπληρώνει τα θρησκευτικά του καθήκοντα.
 Η ζωή είναι μια συνεχής ροή. «Εγώ ειμί η ζωή» είπε ο Κύριος Ιησούς Χριστός κι αυτός που αποφασίζει να Τον ακολουθήσει εκ των προτέρων θα πρέπει να γνωρίζει ότι αυτή η πορεία προϋποθέτει μια δυνατότητα συνεχών υπερβάσεων και αναθεωρήσεων οι οποίες οδηγούν στην ελευθερία.
 Τόσο η εντολή «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχής σου και εν όλη τη διανοία σου» (κατ. Ματθ. 22, 37) όσο και η επόμενη «’Εσεσθε ουν υμείς τέλειοι, ώσπερ ο πατήρ υμων ο εν τοις ουρανοις τέλειος εστιν»( κατ. Ματθ. 5,48 ) δεν θα δίνονταν από τον Θεό εάν ο ίδιος ο άνθρωπος ως δημιούργημά Του δεν περιείχε εν δυνάμει αυτές τις υπερβατικές δυνατότητες. Η απόλυτη αυτοπροσφορά κατά συνέπεια προσδιορίζει την εξελεκτική πορεία του ανθρώπου. Είναι στην ουσία μια σχέση ερωτική. Κι όπως συμβαίνει στον έρωτα να λατρεύεται το ερώμενο πρόσωπο που συνιστά για τον ερωτευμένο ό,τι πιο πολύτιμο, έτσι η στάση αυτή της απόλυτης αυτοπροσφοράς ανασύρει μέσα από την καρδιά του ανθρώπου ό,τι πιο ωραίο και δημιουργικό δύναται να εκφράσει. Εξ’ άλλου όλα τ’ αριστουργήματα της Τέχνης απορρέουν από την τάση του καλλιτέχνη –δημιουργού να υπερβεί τις δυνατότητές του προσανατολιζόμενος προς το τέλειο.

 Η ορθή αξιολόγηση της ζωής αποτελεί ένα πρόβλημα σχετικό με το γεγονός του θανάτου.  Ο άνθρωπος ως μέρος του όλου από το οποίο εξαρτάται και επιδρά σ’ αυτό δεν είναι αυθύπαρκτος. Πού χρωστά τη ζωή και την ύπαρξή του;  Αυτή η ερώτηση θα μπορούσε να αποτελέσει μια αφετηρία στοχασμού για την περαιτέρω στάση και πορεία του και συνεπώς απ’ αυτήν θα εξαρτηθεί και η ανάλογη αξιολόγηση.
   Αιώνες λειτουργούσε ο άνθρωπος διασπαστικά μέσα από την ατομικότητά του, η οποία περιορίζεται στην εγωκεντρική αντίληψη και γι’ αυτό υπόκειται στην χωριστικότητα. Περιχαρακώνεται στα όρια του εγώ και θωρακίζεται αμυνόμενη είτε επιτιθέμενη αναφορικά προς το εσύ, γεγονός που αποτρέπει από την προσέγγιση του εσύ και πολύ περισσότερο, βέβαια, από την προσέγγιση της ενιαίας πραγματικότητας. Κι αυτό είχε σαν συνέπεια να διαιωνίζονται ο πόλεμος, τα εγκλήματα, οι τραγωδίες, οι ενοχές, η μοναξιά, η άγνοια. Για να αποσπάσει την ύπαρξή του από έναν τρόπο ζωής μέσα στον οποίον υπάρχει ως αγνοών και αγνοούμενος, ο άνθρωπος  θα πρέπει να αποδοθεί σ’ έναν καινούργιο τρόπο σκέπτεσθαι κι αυτόν υποδεικνύει ο Θεός Λόγος.
 Είναι γνωστό ότι η αρχαία ελληνική σοφία μας παρέδωσε κώδικες ζωής κι ένας από τους βασικότερους είναι το «Γνώθι σ’αυτόν». Η δεύτερη μεγάλη εντολή της διδασκαλίας του Χριστού : «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» (Ματθ. 22, 39)συμπληρώνει το «Γνώθι σαυτόν» για το λόγο ότι υποδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο συντελείται αυτή η βιωματική γνώση. Δεν αγαπά κανείς ότι δεν γνωρίζει. Η αυτογνωσία διενεργείται μόνο δια μέσω του άλλου.
Η  πορεία της θέωσης είναι πορεία αυτογνωσίας. Πριν από την έλευσή Του ο νόμος ήταν σαφής αγαπήσεις τον πλησίον σου και μισήσεις τον εχθρό σου. Μετά Χριστόν  ο νόμος είναι η Αγάπη που ταυτόχρονα είναι και Γνώση.

 Ίσως, καμμία άλλη εποχή δεν ήταν πιο κατάλληλη για να κατανοήσει κανείς την απόλυτη αξία που έχει ο λόγος του Θεού όσο η δική μας και να βεβαιωθεί ότι ο τρόπος αυτός της ζωής επικίνδυνα καταστέλλει τις υπαρξιακές ανησυχίες και καταργεί το άνθρωπο ως πρόσωπο.
  Η στροφή προς τα ενδότερα με σκοπό να έρθει ο άνθρωπος σε επαφή με τη δική του αλήθεια μπορεί να επιτευχθεί με την ελεγχόμενη  απόσπαση και απόσταση από τα εξωτερικά δρώμενα. Η κατάκτηση του χρόνου αυτού είναι αποτέλεσμα της εσωτερίκευσης και της δυνατότητας να κινείται παράλληλα σε πολλά επίπεδα. Η απόσπαση από το ένα επίπεδο στο άλλο αναδεικνύει μια δυνατότητα του νοός και βέβαια καθόλου δεν αποκλείει την εκπλήρωση εργασιών στον πρακτικό τομέα.
Η υπαρξιακή εσωτερική ζωή απελευθερώνει και τη δημιουργική έκφραση. Όπως ο ορειβάτης, ή ένας οδοιπόρος χρειάζεται να σταθμεύσει για να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του και να συνεχίσει τον δρόμο του, έτσι κι ο άνθρωπος που πορεύεται χρειάζεται την αυτοπαρατήρηση, την επαφή του με την αλήθεια, η οποία στην συνέχεια τον διαφωτίζει ώστε να κάνει σωστά την αυτοκριτική του. Γενικότερα, μια δικαιότερη προς κάθε κατεύθυνση στάση ζωής απαιτεί αυτόν τον χρόνο της εσωτερίκευσης και του διαλογισμού που δεν είναι ένας επιπλέον χρόνος κατ’ ανάγκη, αλλά μια πράξη απόσπασης και απόστασης.
 Τα κοινά προβλήματα της επιβίωσης, της αρρώστιας, του γήρατος, της θνητότητας θα μπορούσαν να μας κάνουν να πλησιάσουμε ο ένας τον άλλον με αισθήματα αμοιβαίας αλληλεγγύης. Όμως, παρεμβαίνει  η εγωκεντρική αντίληψη που πηγάζει από την ατομικότητα η οποία χωρίζει, διαχωρίζει και οριοθετεί.
   Η απόσπαση του ανθρώπου από τις υπάρχουσες συμβατικές αξίες ζωής και από το σύστημα είναι αποτέλεσμα μίας κατάκτησης, όχι απλώς του προσωπικού χρόνου αλλά της εσωτερικής ζωής .
  Και είπε προς αυτούς, Σεις είσθε οι δικαιώνοντες εαυτούς ενώπιον των ανθρώπων. Ο θεός όμως γνωρίζει τας καρδίας σας. Διότι εκείνο το οποίον μεταξύ των ανθρώπων είναι υψηλόν, βδέλυγμα είναι ενώπιον του θεού.
                                                                                                 Κατ.  Λουκά  ις΄ 14-15
  Όλα αυτά τα οποία επιδιώκει ν’ αποκτήσει ή υπερηφανεύεται ότι έχει αποκτήσει (όπως για παράδειγμα πλούτη, πολυτέλειες, φήμη, οικογένεια, γνώσεις…) τον απομόνωσαν στο εγώ του, τον απομάκρυναν από τον άλλον ως συνάνθρωπο και κατά συνέπεια τον οδήγησαν πολύ μακριά από το Θεό ! Αλλά, το ερώτημα είναι τον απομάκρυναν μόνον από τον Θεό ή και από τον ίδιο τον εαυτό του;
     Για να κερδίσει και ν’ απολαύσει ο άνθρωπος ό,τι θεωρείται «υψηλόν» (περιουσία, δόξα κλπ…) πρέπει να ξεχάσει ότι αποτελεί μια  μοναδικότητα,  να παραιτηθεί από την αναζήτηση του Εαυτού, της αλήθειας και του ουσιώδους. Δεν είναι ποτέ δυνατό μ’ αυτόν τον τρόπο να ανελιχθεί καθώς δεν κατεργάζεται την ύπαρξή του ώστε να την προωθήσει στον ευγενή κόσμο της Ψυχής. 
  Η φροντίδα και η συνεχής μέριμνα των στόχων που έχει θέσει να κατακτήσει μέσα από την υλιστική αντίληψη και που πιστεύει ότι θα του προσφέρουν τη χαρά και τη δικαίωση της ατομικότητάς του, τελικά του αποστερούν την ευαισθησία. Η ευαισθησία ως στοιχείο της Ψυχής ενεργοποιεί την εγρήγορση ώστε να λειτουργεί ως δρων Πρόσωπο. Η ευαισθησία όμως αυτή απειλείται να διαγραφεί, να απωλεσθεί στον κόσμο αυτόν, καθώς ο άνθρωπος δεν έμαθε να εκφράζεται και να λειτουργεί μέσα απ’ αυτήν, αλλά το αντίθετο μάλλον θέλοντας να καταξιωθεί κοινωνικά, να πετύχει και να κυριαρχήσει έμαθε πώς να την εξουδετερώνει. 
 Η πραγματική χαρά δεν εξαρτάται από εξωτερικούς παράγοντες και υλικά αποκτήματα. Αλλά από την ίδια τη δικαίωση που δίνει η Συνείδηση στον Άνθρωπο που φρόντισε να πράξει δίκαια κι αυτό αφορά τη σχέση του με τον άλλον και τη ζωή γενικότερα. Η επικοινωνία που είναι η απόδειξη της λειτουργικότητας της ζωής είναι η μόνη που μπορεί να βεβαιώσει τον άνθρωπο ότι υπάρχει συνυπάρχοντας.
  Στην πορεία προς την Ενότητα προηγείται η μετάβαση από το εγώ στο εσύ. Τούτο είναι ένα άνοιγμα της συνειδητότητας προς τη σχέση.
Στην εποχή μας είναι πλέον ορατό ότι η υλιστική αντίληψη λειτούργησε διασπαστικά διαστέλλοντας την απόσταση ανάμεσα στον έναν και στον άλλον.
 Τώρα που ο καθένας ενημερώνεται για ότι συμβαίνει στον πλανήτη μας χρεώνεται, καθίσται υπόλογος και δοκιμάζεται ερχόμενος ενώπιον του δράματος, της δυστυχίας ή και της ευτυχίας του άλλου. Απ’ αυτή την άποψη η εποχή μας αποτελεί και μια πρόκληση για ένα άνοιγμα της Συνείδησης.
                                            «Κράτα τα μάτια σου ανοιχτά
η κάθε εικόνα σε χρεώνει»
( επιγραμματικό δίστιχο από την ποιητ. συλλογή
Πέρασμα)


                                                                                                          Αλκμήνη Κογγίδου.

                                                                                             Ποιήτρια – Δοκιμιογράφος.