Δευτέρα 18 Μαΐου 2020


Η ΠΑΡΟΥΣΑ ΩΡΑ


Με θέλει η παρούσα ώρα
κι έτσι ολόκληρη να γίνω
να της δοθώ

να χτίζω να γκρεμίζω
θάρθει μιαν άλλην ώρα
ν' αφεθώ

Οργάνωση βαθιά μου
ζητάει το σύμπαν
και συμμετοχή
και η ψυχή που πάντα
ψάχνει
μπρος στην αλήθεια να γυμνωθεί

Με θέλει η παρούσα ώρα
στον πόνο μέσα στη φωτιά
ουδέ γλυστρήματα στο χάος
ούτε στα όνειρα τα πλανερά

Οργάνωση βαθιά μου
εκεί που παίζει το διπλό παιχνίδι
η ζωή
ολόγυμνο το μάτι να φωτίσει
στο βάθος την εσώτατη φωνή

Κι είναι η παρούσα ώρα
ο άνθρωπος η σχέση η ζωή
η μέσα διάσταση του κόσμου
η άγρυπνη συμμετοχή.

Αλκμήνη Κογγίδου


H AΓΝΟΗΜΕΝΗ ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ


Η αγνοημένη αξία του Παρόντος

Η Τρίτη διάσταση είναι ένα πέρασμα μέσα στον κόσμο των ψευδαισθήσεων και της απατηλής αντιλήψεως της αισθητής πραγματικότητας.
 Για τον άνθρωπο που βιώνει το παρόν συνειδητά, το πέρασμα αυτό, συνιστά πεδίο δοκιμασίας και άθλων. Έρχεται ενώπιον του απόλυτου, ανά πάσα στιγμή. Η εγρήγορση,  διατηρεί ζωντανή την ύπαρξή του καθώς αποτρέπει τον κίνδυνο της λήθης και της πλάνης.
 Αυτό όμως δεν συμβαίνει ως επι τω πλείστον, αντιθέτως ο άνθρωπος υφίσταται τη λήθη κι έτσι απουσιάζει από τη συνείδησή του και από το παρόν.
Μια από τις μεγαλύτερες δεσμεύσεις και πλάνες αφορά τη σκέψη του, που ακολουθεί την κατεύθυνση του γραμμικού χρόνου.
 Η πλάνη και η λήθη συντελούν στο να αγνοήσει το γεγονός ότι το μέλλον είναι άδηλο και ανά πάσα στιγμή, ανεξαρτήτου ηλικίας, μπορεί   να αναχωρήσει.
 «Καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου• ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά• ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὃ Θεός• ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ•» (κατ. Λουκ. 12,19-20)
 H λήθη φέρνει την ανοησία, επόμενο είναι, λοιπόν, να αποκόπτεται από τη σχέση με τις άχρονες και νοητές αξίες, οι οποίες τον συνδέουν με τη ζώσα πραγματικότητα, το αδιάλειπτο παρόν. Η πλάνη έρχεται ως αποτέλεσμα των αισθήσεων που απατώνται. Καθώς υπέστη το πνεύμα που επικρατεί, περιόρισε την ύπαρξή του στα στενά όρια της ατομικότητας. Έτσι δημιουργείται ένας κλοιός κι ένας ανάλογος αποκλεισμός.
Η λησμοσύνη της ψυχής δημιουργεί τις προϋποθέσεις της δεσμεύσεως με το γραμμικό χρόνο και τις αισθήσεις, οι οποίες πλανώνται, το πρόβλημα όμως είναι ότι ο άνθρωπος τις εμπιστεύεται κι έτσι βυθίζεται στο σκοτάδι της άγνοιας του εαυτού και του άλλου.
Eπιδιώκοντας την επιβίωση, την μακροημέρευση, την εξασφάλιση, γενικά, των επίγειων αγαθών τα οποία περιορίζονται μέσα στο χρόνο και μέσα στη σχετικότητα, απουσιάζει από το παρόν, αγνοεί το δικό του υπαρξιακό αίτημα (ποιος είμαι, για ποιο λόγο ζω).
Υφίσταται έναν αποπροσανατολισμό μέσα στο χρόνο.
Τα ενδιαφέροντά του που είναι σχετικά με το χρόνο, του κλέβουν την προσοχή, με αποτέλεσμα  αντί να βρίσκεται εντός του, βρίσκεται στο πέριξ και εκτός.
Και να ξέρετε τούτο: πως αν ο ιδιοκτήτης ενός σπιτιού ήξερε ποια ώρα θα έρθει ο κλέφτης, θα ήταν άγρυπνος και δε θα άφηνε να του διαρρήξουν το σπίτι. (Κατ. Λουκά 12,39)
Το χωρίο υπαινίσσεται τον κίνδυνο που αφορά  την ύπνωση της συνειδήσεως και είναι μέγιστος, για το λόγο ότι ο άνθρωπος δεν είναι κύριος του εαυτού του.
Κάθε αναβολή στο μέλλον είναι λάθος. Ωστόσο επάνω σ’ αυτό το λάθος εδραιώθηκε ο τρόπος σκέψεως που διέπει τον κόσμο. Ο καθείς ως μονάδα και μοναδικότητα θα βρεθεί κάποτε ενώπιον της πραγματικότητας την οποία αγνόησε,  γιατί έστω κι αν αυτό συμβαίνει ανεπίγνωτα, η συνείδηση καταγράφει λάθη και παραλείψεις.
Ο λόγος του Θεού επικαλείται την εγρήγορση που είναι σωτηριακή. Έχοντας την εγρήγορση ο άνθρωπος, προχωρεί στην περαιτέρω γνώση που τον κάνει τον ίδιο κύριο των αδυναμιών του.
Η γνώση της αλήθειας, που δεν είναι αισθητή ίσταται ανεξάρτητη, πέραν της πλάνης των αισθήσεων και προσφέρει τον ηθικό βίο. Ο ηθικός βίος είναι ο μόνος δρόμος αναγωγής στο απόλυτο.
Μόνον στην κατάσταση εγρηγόρσεως, ο άνθρωπος βιώνει συνειδητά το παρόν, το  άχρονο συνεχές στο οποίο ουσιαστικά ανήκει και αναπνέει το οξυγόνο της αλήθειας.
Το άχρονο συνεχές περιλαμβάνει τη διάσταση του χρόνου κι αφορά μια πραγματικότητα ευρύτερη αυτού.

Η μη αισθητή, μη ορατή αλλά νοητή πραγματικότητα είναι υπαρκτή και αδιάλειπτη, ενώ ο εντεύθεν χρόνος διακόπτεται. Ο νους την αντιλαμβάνεται όταν συντονίζεται με το Λόγο!
Έτσι, παρά την απατηλότητα και πολλαπλότητα των φαινομένων, ο νους μας ειδοποιεί ότι το παν είναι Εν.

Αλκμήνη Κογγίδου
Ποιήτρια-δοκιμιογράφος

Η ΣΟΦΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΛΕΞΕΩΝ


Η σ ο φ ί α των Ελληνικών λέξεων!
Η πιο κατάλληλη γλώσσα, ομολογουμένως, που διαθέτει ανεξάντλητο πλούτο λέξεων, που με ακρίβεια είναι ικανές να περιγράψουν το εύρος εννοιών με απύθμενο βάθος και ιδεών με απροσμέτρητο ύψος, δεν είναι άλλη, από την Ελληνική.
Οι ποικίλες εννοιολογικές αποχρώσεις των λέξεων, σκοπό έχουν να οδηγήσουν στην αφύπνιση.
Ο αφυπνισμένος νους φθάνει στην επίγνωση ότι τα πάντα λειτουργούν εν σχέση.
Η κακή χρήση της γλώσσας, όχι μόνον, είναι ανήθικη, αλλά και συμβάλλει επικίνδυνα στη διαστρέβλωση της αλήθειας.
Το Σύμπαν είναι ηθικό και η γλώσσα μας παραπέμπει, χάρη στην ακριβή μαθηματική της δομή στη σχέση μας μ’ Αυτό.
Η αντίληψη που θέλει τον βίο του ανθρώπου να ταυτίζεται με τη ζωή, οφείλεται στην, περιορισμένης εμβέλειας, υλιστική θεώρηση που απαξιώνει τη γλώσσα, υποβιβάζει τις αξίες της ζωής και υποθάλπει την αδικία στον παρόντα βίο [πχ. η «νεότητα» που έχει σχέση με το νου χρησιμοποιείται τελείως αντίθετα από τη σημασία της. Η «νόησις» (νοέεσιν) σημαίνει ὁρμήν (ἓσιν) προς το νέον. … Ὅτι, λοιπόν, ἡ ψυχή ἐπιθυμεῖ αὐτό, το νέον δηλαδή, δηλώνει αὐτός πού καθώρισεν αὐτό τό ὄνομα, τήν «νόησιν»] (Κρατύλος411c,411e)
Η γνώση της Ελληνικής γλώσσας σίγουρο είναι ότι διαπλάθει ήθος, εμπνέει τον ενθουσιασμό και αφυπνίζει τη μνήμη της ένθεης υποστάσεως του ανθρώπου. Υπάρχουν λέξεις που περιγράφουν την αισθητή και υπεραισθητή πραγματικότητα, αλλά και λέξεις που παραπέμπουν στη σχέση του εδώ και του επέκεινα. Πχ. Σύμπαν, συγκίνηση, συμφωνία, συμπάσχω, συμφιλίωση, συνάνθρωπος, συνύπαρξη, συμμετοχή, συμπόσιο, σύντροφος κλπ …
Μέσα απ’ αυτές και άλλες πολλές, σύνθετες, λέξεις αποκαλύπτεται η ζωή ως γεγονός και έννοια σχέσεως!
Ο άνθρωπος ως συνειδητό μέρος του σύμπαντος, αναλαμβάνει μία θέση υπεύθυνη, βοηθούμενος από τη γλώσσα του ώστε να κατανοήσει εαυτόν και τη σχέση δια μέσου του εαυτού με τον άλλον και το όλον.
Συνήθως, ακούμε συχνά, σήμερα, τη φράση «έφυγε από τη ζωή». Ας διερωτηθούμε όμως, ήταν, άραγε, ποτέ παρόν; Παρίστατο ; Εκτός αυτού, είναι λάθος η έκφραση αυτή, καθώς «ζωή» δεν είναι μόνον το χρονικό διάστημα ανάμεσα στη γέννηση και στο θάνατο. Η ζωή, είτε το ξέρουμε, είτε όχι, είναι αδιάλειπτη, με πολλές διαστάσεις.
Μόνον στην Ελληνική γλώσσα διακρίνουμε δύο λέξεις, τη λέξη «βίος» και τη λέξη «ζωή» που διαφέρουν σημαντικά. Βίος, βιοτή, επιβίωση προέρχονται από τη λέξη βία. Κατά τον μέγα ποιητή και μύστη, τον Όμηρο, η βία και η ανάγκη κυβερνούν την ανθρώπινη ζωή, η οποία γι’ αυτό ονομάζεται «βίος». Με τη λέξη αυτή εννοείται το χρονικό διάστημα ανάμεσα στη γέννηση και στο θάνατο. Όμως αυτό που ονομάζεται «γέννηση» ή «θάνατος» δεν υπάρχει, όπως το εννοούμε.
. Το εννοούμε με λάθος τρόπο για το λόγο ότι βρισκόμαστε υποκείμενοι στην πλάνη των αισθήσεων.
H γλώσσα μας, που είναι η πλέον κατάλληλη για να μας προσανατολίσει στην αλήθεια, μας ειδοποιεί ότι η λέξη γενέθλια (γέννηση+άθλος) σημαίνει τη γέννηση με σκοπό την επίτευξη άθλων.
Ποιοι είναι οι άθλοι που θα χρειασθούν για να βρούμε τη θέση μας μέσα στον παρόντα βίο και ποιο είναι το νόημα του παρόντος;
Οι άθλοι είναι οι υπερβάσεις που θα πρέπει να γίνουν στη διάρκεια του βίου, με σκοπό να συνδεθούμε με την αλήθεια, με τη μνήμη, δηλαδή, της υπερβατικής ή τη θείας πραγματικότητας, η οποία είναι αθάνατη. Κι αυτή είναι η αληθινή μας ύπαρξη. Η αρχαιοελληνική φιλοσοφία προτείνει κι έναν τρόπο που συνδέει με την αδιάλειπτη αξία της ζωής, τη φιλία (φιλώ=αγαπώ), η οποία αποσπά τον άνθρωπο από την ύπνωση και οδηγεί στη διαλεκτική του γίγνεσθαι.
Δεν έχουμε τη δυνατότητα να προσδώσουμε νόημα στον παρόντα βίο, χωρίς την ανάλογη ετοιμότητα που απαιτείται για τη μετάβαση στις άλλες διαστάσεις.
Η Ελληνική γλώσσα αποκαλύπτει ότι η ζωή λειτουργεί εν σχέση. Κι όταν λέμε ζωή, αυτή δεν περιορίζεται στο «βίο» αλλά είναι αδιάλειπτη, αιώνια, μη πεπερασμένη, σε αντιδιαστολή με το βίο ο οποίος είναι πεπερασμένη ζωή.
Η λέξη «βίος» είναι σχετική με το χρόνο, ενώ η λέξη «ζωή» είναι σχετική με το διηνεκές.
Το παρόν μπορεί να ειδωθεί ως σημείο επαφής ανάμεσα στο χρόνο και στο άχρονο. Όταν ο άνθρωπος είναι στο παρόν, τότε παρίσταται, βρίσκεται ενσυνειδήτως σ’ αυτό, παραβρίσκεται στο γεγονός της σχέσεως. Δεν αγνοεί το χρόνο ούτε το άχρονο. Ουσιαστικά δεν αγνοεί τη σχέση.
Η ετυμολογία της λέξεως συνείδηση, από το συνειδέναι (ειδέναι, απαρέμφατο του ρήματος οίδα) φανερώνει ότι ο άνθρωπος αποκτά τη γνώση εν σχέση (πρόθεση συν)κι όχι αποκομμένος απ’ αυτήν. Υπάρχω, ύπαρξη, συνυπάρχω…η ύπαρξη πραγματώνει την τελείωσή της κι εκπληρώνει το σκοπό της μόνο συνυπάρχοντας, σε μια κοινωνία σχέσεως με τον άλλον!
Η Γνώση παραπέμπει στην Ενότητα. Όταν ο άνθρωπος αγνοεί την Ενότητα τότε γίνεται όργανο, μέσα στο κύκλο του χρόνου. Χάνει την αντίληψη της σχέσεως και βρίσκεται υπό την πλάνη των αισθήσεων..
Η ύπνωση της συνειδήσεως είναι θάνατος κι όχι το τέλος της διάρκειας του βίου. Όταν ο άνθρωπος δεν έχει συνείδηση δεν παρίσταται, απλώς μετέχει, ασυνειδήτως, στον κύκλο των επαναλήψεων που λειτουργεί μέσα στο χρόνο. Τότε γίνεται θήραμα στα χέρια του χρόνου-Κρόνου που τρώει τα παιδιά του.
Ο πολιτισμός έρχεται, πάντοτε, με τις διαχρονικές του αξίες, να μας δώσει το παρόν του και την ευκαιρία να αναγνωρίσουμε τη σχέση μας μαζί του. Η ανάμνηση των αξιών συγκινεί τη ψυχή. Η γλώσσα μας προσφέρεται με όλο το εύρος της για να βρούμε τις πιο λεπταίσθητες εκφάνσεις της σχέσεώς μας και με το χρόνο και με το άχρονο.
Η ζωή είναι ατέρμονη ! Ο θάνατος, συμβαίνει στη διάρκεια του βίου με τη λήθη και την ύπνωση της συνειδήσεως (το σώμα, ΄σύμφωνα με τους Ορφικούς, θεωρείται σήμα-τάφος, ένα «δεσμωτήριο της ψυχής»).
Ο εγκλεισμός στο ατομικό εγώ είναι απομόνωση από τον άλλον αλλά και από τον ίδιο τον Εαυτό και τελικά από της ζωής το εύρος. Σ’ αυτό το εύρος παραπέμπει η Γνώση κι όχι οι γνώσεις-πληροφορίες. Μία λέξη που σήμερα, χρησιμοποιείται με λάθος τρόπο, επίσης, είναι η λέξη μόρφωση, που σημαίνει δημιουργώ τη μορφή μου κι όχι συσσωρεύω γνώσεις.
Ας εντρυφήσουμε λοιπόν στη σοφία των Ελληνικών λέξεων για να βρούμε το πραγματικό νόημα του επίγειου βίου μέσα από την αποκάλυψη του νοήματος της αληθινής ζωής!
Αλκμήνη-Κογγίδου
Ποιήτρια-δοκιμιογράφος

Πέμπτη 26 Οκτωβρίου 2017

Φιλοσοφία-Θεολογία

Φιλοσοφία-Θεολογία
Η αγάπη προς τη σοφία, ωθεί στην αναζήτηση της αλήθειας, που αποτελεί το γνωστικό αντικείμενο της φιλοσοφίας. Κι όπως έλεγε ο Πυθαγόρας, ο Θεός, μόνον, είναι σοφός, ο άνθρωπος μπορεί να γίνει φίλος της σοφίας.
Προϋπόθεση για τη γνώση της αλήθειας είναι η ελευθερία. «γνώσεσθε την αλήθεια και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς» (κατ. Ιωάνν. 8,32)
Πνευματική εξέλιξη χωρίς ελευθερία δεν επιτυγχάνεται. Υπάρχει η ψευδαίσθηση περί αυτής, όταν κάνει κανείς ό,τι επιθυμεί, αγνοώντας, όχι τον άλλον, μόνον, αλλά τη ζωή ως κατάσταση σχέσεως.
Η ελευθερία του ανθρώπου είναι σχετική με μια βαθύτερη γνώση που κυοφορεί η άχρονη ύπαρξή του, η οποία τον συνδέει με το παρόν. Η γνώση αυτή δεν μεταδίδεται και δεν μεταβιβάζεται ως πληροφορία, αλλά αφορά μία προσωπική κατάκτηση που φέρει στην επίγνωσή του τη σχέση του με τον άλλον και το όλον (συνειδητότητα της αγάπης).
Η φιλοσοφία, ουσιαστικά, εισέρχεται στο χώρο της Θεολογίας, για το λόγο ότι η αλήθεια δεν είναι άσχετη με το Θεό και τη σχέση του με τον άνθρωπο. Εξάλλου, είναι αδύνατον, χωρίς αυτογνωσία να υπάρξει θεογνωσία και αντίστοιχη θεολογία, γι’ αυτό τα όρια ανάμεσα στη φιλοσοφία και στη θεολογία είναι ακαθόριστα και μη διακριτά.
Όσο προχωρεί κανείς στη γνώση της αλήθειας του Εαυτού, μέσω της φιλοσοφίας, τόσο ανοίγεται το πεδίο της υπερβατικής του φύσεως, που τον συνδέει με το όλον. Όσο προχωρεί στο βάθος της υπάρξεως, τόσο ανακαλύπτει τη σχέση του με το απόλυτο, το οποίο δεν το βρίσκει μέσα στον κόσμο της σχετικότητας. Εδώ, υπό το κράτος της υλιστικής κοσμοθεωρίας, ο άνθρωπος περιορίζεται μέσα σε όρια, η σχέση του όμως με το σύμπαν υπάρχει, άσχετα, εάν έχει υποστεί τη λήθη και πλέον δεν τη γνωρίζει. Υπό την επίδραση του χρόνου και της πλάνης των αισθήσεων δεν μπορεί να ανακαλύψει ο άνθρωπος τη σχέση του με την πηγή της αλήθειας.
Είναι γνωστό ότι στη βιολογική δομή του ανθρώπου υπάρχουν όρια. Επόμενο, είναι, λοιπόν, να βρίσκεται υποκείμενος σ’ αυτά. Όμως δεν είναι μόνον φυσικό όν! Ο Θεός μεσολαβεί δια μέσω του Λόγου ώστε να δοθεί ο σαφής προσανατολισμός προς την άχρονη αξία της υπάρξεως η οποία δοκιμάζεται μέσα στη σχετικότητα.
Μέσω του μυστηρίου της σχέσεως με το Λόγο επέρχεται η διάρρηξη των ορίων του ώστε να εισέλθει σ’ αυτή την πηγή, η οποία αφενός μεν είναι ακένωτη κι αφετέρου τον συνδέει με το άπειρο στο οποίο ανήκει.
Η φιλοσοφία προ Χριστού ως ένα αποτέλεσμα εξελιγμένων οντοτήτων, ήταν ένθεη και έφτασε, όπως γνωρίζουμε, σε πολύ μεγάλα ύψη στην αρχαία Ελλάδα, οι οποίες διαπέρασαν το χρόνο με τη σκέψη τους. Μετά Χριστόν, η φιλοσοφική σκέψη δεν είναι δυνατόν, να αγνοήσει ή να παρακάμψει την ιστορική πραγματικότητα της θεανθρωπήσεως του Λόγου.
Η αλήθεια αποκτά πρόσωπο και κατατίθεται ως Λόγος. «εγώ ειμί η οδός η αλήθεια και η ζωή».
Μετά απ’ αυτή την κατάθεση χρεώνεται η ανθρωπότητα ολόκληρη και ο καθένας προσωπικά.
Η διάσταση του χρόνου, όπως είναι γνωστό, γίνεται αντιληπτή μέσα από τις μεταβολές της ύλης που συμβαίνουν στο φυσικό επίπεδο. Αν δεν υπήρχε η περιοριστική αντίληψη που υπαγορεύεται από τις αισθήσεις του ανθρώπου, η κοσμοθεωρία του υλισμού δεν θα έβρισκε έδαφος.
Η σκέψη γίνεται ανάλογη, πάντα, με την παιδεία και το επίπεδο συνειδητότητας, όσο ο άνθρωπος προχωρεί στην αυτογνωσία του, τόσο αίρονται οι δεσμεύσεις του και ανοίγονται οι ορίζοντες.
Οι επιπτώσεις του χρόνου στο φυσικό σώμα είναι αισθητές, αλλά η ελευθερία του ανθρώπου έγκειται στη δυνατότητά του να μην κυριαρχείται από το σώμα και τις αισθήσεις του. Αυτό είναι εφικτό και συμβαίνει, μόνον στην περίπτωση που αποκτά επίγνωση της άχρονης υπάρξεώς του και της αδιάλειπτης συνέχειας της ζωής! Τότε χρησιμοποιεί το σώμα ως μέσον. Το σώμα όπως γνωρίζουμε θεωρήθηκε σήμα-τάφος από τους Ορφικούς και αυτό πίστευε και ο Πλάτων. Ο Ελληνικός Πολιτισμός στην αρχαιότητα προέβαλε την ένθεη φύση του ανθρώπου και τον ένθεο προορισμό του.
Η γνώση του Εαυτού και της άχρονης υπάρξεως δεν κοινολογείται αλλά είναι δυνατόν να κατακτηθεί μέσω της προσωπικής μυήσεως, γι’ αυτό υπήρχαν τα μυστήρια στην αρχαιότητα. Σήμερα, η γνώση αυτή προϋποθέτει μια πορεία αυτογνωσίας που επιλέγει ν’ ακολουθήσει κανείς, κατόπιν ελεύθερης δικής του επιλογής. Η πορεία αυτή θα πρέπει να έχει ένα σημείο αναφοράς.
Η αλήθεια δεν είναι κατάκτηση της διάνοιας μόνον. Ο στοχασμός από μόνος του δεν είναι αρκετός, για το λόγο ότι ο άνθρωπος είναι τρισυπόστατος. Η μετοχή του στη γνώση είναι μετοχή και των τριών του υποστάσεων.
Η ύπαρξη είναι δέκτης. Πομπός είναι ο Θεός. Η αποκαθαρμένη ύπαρξη γίνεται δεκτική του Λόγου.
Σ’ αυτό το σημείο μεσολαβεί το μυστήριο της κλήσεως!
Προηγείται το κενό κι έπεται το καινούργιο, δηλαδή, ο Θεός προσφέρει το καινούργιο, εφόσον διατεθεί ο άνθρωπος ως κενό σκεύος.
Η αναγωγή προς το απόλυτο είναι ο σαφής προσανατολισμός προς τη συν Θεώ επίγνωση της αλήθειας.
Η σχέση είναι μια άφατη πραγματικότητα και προσεγγίζεται διαμέσου της συνειδήσεως, η οποία είναι ανεξάρτητη του φυσικού σώματος και δεν περιορίζεται στα όρια του χρόνου. Γι’ αυτό ό άνθρωπος, όταν λάβει αυτήν την επίγνωση, χρησιμοποιεί το σώμα ως μέσον.
Η κοσμοθεωρία του υλισμού που έδωσε την εντύπωση ότι η ζωή περιορίζεται μέσα στο χρόνο είναι ένα λάθος που επιβλήθηκε εις βάρος της αξίας του ίδιου του ανθρώπου και της πνευματικής του εξελίξεως, ετοιμάζοντας το έδαφος της αδικίας και της εκμεταλλεύσεώς του.
Η αξία του ανθρώπινου όντος αποδεικνύεται όταν αναγνωρίσει την άχρονη και αδιάλειπτη ζωή στην οποία η επίγνωση της αλήθειας τον οδηγεί.
Το μαρτύριο του ανθρώπου παίρνει νόημα από το μαρτύριο του Θεού. Δεν είναι κατάσταση βασανιστική αλλά μια εκούσια διάρρηξη των ορίων, που δέχεται να την υποστεί. Πέραν τούτου ανοίγονται οι ορίζοντες και λαμβάνοντας τη Χάρη αποκτά υπερφυσικές δυνατότητες (άγιοι).
Η αγάπη και ο προσανατολισμός προς την αλήθεια είναι ένα αναφαίρετο υπαρξιακό δικαίωμα και συνάμα και χρέος που καλύπτει τη βαθύτερη ανάγκη του ανθρώπου για τη Γνώση. Όταν γνωρίσει το νόημα αυτής της ζωής, τότε η ύπαρξή του θα αποκτήσει την πραγματική της αξία και τότε οποιαδήποτε δοκιμασία θα ερμηνευθεί με το σωστότερο τρόπο. Αν και η αγάπη του Θεού είναι ασύλληπτη από τον άνθρωπο ωστόσο δεν είναι απρόσιτη από τον ίδιο καθώς την ανακαλύπτει σταδιακά μέσω της αυτογνωσίας του.
Αλκμήνη Κογγίδου
Ποιήτρια-δοκιμιογράφος

Πέμπτη 19 Οκτωβρίου 2017

Η ΖΩΗ ΩΣ ΑΔΙΑΛΕΙΠΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ

Η ΖΩΗ ΩΣ ΑΔΙΑΛΕΙΠΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ
 Το άχρονο παρόν,  που είναι ασύλληπτο από τις αισθήσεις, δεν διακόπτεται· η επίγνωση αυτού, όμως, είναι δυνατόν να διακοπεί από τη μεσολάβηση του ενστίκτου, το οποίο περιορίζει στη βιολογική περιχαράκωση των ορίων της ατομικότητας  καθώς ο άνθρωπος διαβεί μέσα στο χώρο και στο χρόνο.
 Υπό την επίδραση του ενστίκτου της αυτοσυντηρήσεως, της αντιλήψεως του γραμμικού χρόνου, της εξαρτήσεως  από τις αισθήσεις που εξαπατούν και των συμβατικών σχέσεων, επέρχεται, σταδιακά, η λήθη.
Πράγματι, κατά την μετάβαση της ψυχής, από την υπερβατική κατάσταση υπάρξεως, στην αισθητή και υλικοχωροχρονική, επέρχεται η λήθη και τότε διακόπτεται η επίγνωση της  αδιάλειπτης συνέχειας του άχρονου παρόντος, με συνέπεια  ο άνθρωπος να καθεύδει στο γραμμικό χρόνο.
Καθώς αγνοεί ότι η ζωή λειτουργεί εν σχέση και, παράλληλα, αγνοεί την αδιάλειπτη συνέχεια του άχρονου παρόντος που εξακολουθεί να υφίσταται και στη Τρίτη διάσταση, βιώνει το χρόνο ασυνείδητα και εκλαμβάνει την υλικοχωροχρονική διάσταση ως ζωή, για το λόγο ότι είναι η μόνη που γίνεται αντιληπτή από τις αισθήσεις του και το επικρατούν πνεύμα σύμφωνα με την κοσμοθεωρία του υλισμού. Η αλήθεια δεν αφορά μόνον αυτήν την  πραγματικότητα που γίνεται αντιληπτή δια μέσω των αισθήσεων.
Υπάρχουν και υπήρχαν πάντα κάποιοι σοφοί που δεν υπέστησαν την λήθη. Στον Πλατωνικό «Γοργία» είναι αξιόλογη μια αναφορά του Σωκράτους στους στίχους του Ευριπίδη «Τίς δ’οἷδεν εἱ το ζῆν μεν ἐστί  κατθανεῖν το κατθανεῖν δε ζῆν» («ποιος μπορεί να γνωρίζει αν το να ζει κάποιος σημαίνει πως ακόμα είναι νεκρός, ενώ θα εισέλθει στη ζωή όταν θα έχει ήδη πεθάνει;») (Ευριπίδης 480-406 πΧ )
Η αλήθεια ως έννοια απόλυτη ειδοποιεί τον άνθρωπο για έναν άχρονο προσανατολισμό! Στην περίπτωση που αφαιρούμε το στερητικό άλφα από τη λέξη, επέρχεται η λήθη. Τότε, αποσπάται από τη δική του μοναδικότητα και εισέρχεται στο πνεύμα του κόσμου.  Αυτό, λοιπόν, από το οποίο κινδυνεύει είναι η λήθη για το λόγο ότι αυτή, επιφέρει τον υπαρξιακό θάνατο. Αντιθέτως, όταν μεσολαβεί η α-λήθη, μνήμη, η επίγνωση του παρόντος είναι αδιάλειπτη.

Στη σχετικότητα του χωροχρόνου ο άνθρωπος  ενεργεί μέσω του ενστίκτου της επιβιώσεως, ως επί τω πλείστον, αποσπασμένος από τη συνείδηση και τη ψυχή και κατά συνέπεια αποκομμένος από τη ζωή που λειτουργεί εν σχέση.
 Καθώς  διακόπτεται η επαφή  με την αλήθεια, επέρχεται, αντίστοιχα, και η διακοπή της διαρκούς επαφής της εποπτικής ματιάς της συνειδήσεως, με συνέπεια, υποκείμενος στη λήθη και στην άγνοια  να καθίσταται, ανεπίγνωτα, ένοχος.

Το γεγονός ότι η ζωή λειτουργεί εν σχέση αφορά μια μεγάλη συμπαντική αλήθεια! Λέγοντας «ζωή», δεν την εννοούμε μόνον στο φυσικό πεδίο, ακόμα, κι αν εννοούσαμε μόνον το φυσικό πεδίο, αυτό δεν είναι άσχετο με τα άλλα πεδία και τις άλλες διαστάσεις που συνυπάρχουν και αλληλεπιδρούν.
Ο άνθρωπος αποκτά την επίγνωση ότι είναι μέρος του όλου, μέσω της μυήσεως στο Λόγο, τότε η  μετοχή του στο συνεχές παρόν, στο άχρονο διηνεκές  είναι συνειδητή και αδιάλειπτη. Ως μέρος του όλου καθίσταται υπεύθυνος ως προς  κάθε λεπτομέρεια  που έχει τη συμβολή της μέσα τη θεία Οικονομία και αναλαμβάνει, σύμφωνα με τα τάλαντά του, να εργαστεί με προσανατολισμό το Απόλυτο.
Η ενεργός μετοχή της συνειδήσεως τον ανάγει στην επίγνωση της σχέσεως, έτσι βεβαιώνεται  ότι το παν είναι Εν.

Ο Θεός Λόγος επιχειρεί την αφύπνιση:  «ἀκολούθει μοι, και ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκροὺς» ( κατ. Ματθ. 8,22)
Προσανατολίζει, με  θεϊκή σοφία, τον άνθρωπο, που διατίθεται και έχει την ανάλογη ετοιμότητα, στο Απόλυτο.
Το «ἀκολούθει μοι»! απευθύνεται σ’ έναν από τους μαθητές ο οποίος έδειξε τη διάθεση να Τον ακολουθήσει.  ῞Ετερος δὲ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ εἶπεν αὐτῷ· Κύριε, ἐπίτρεψόν μοι πρῶτον ἀπελθεῖν καὶ θάψαι τὸν πατέρα μου. (κατ. Ματθ. 8, 21)
Είναι γνωστό ότι η αγάπη του Θεού σέβεται την ελευθερία της επιλογής του ανθρώπου «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν…» (Κατ. Μάρκ. 8,34)
Τον καλεί άμεσα στο παρόν, τον αποτρέπει από το να αναβάλλει. Καμία αναβολή, εξ’ άλλου δεν μένει χωρίς συνέπειες, αναφορικά προς τη ζωή, όπως την εννοεί ο Κύριος.
Ο λόγος Του μας αφορά και καλόν είναι να μας καταστήσει ανήσυχους.

Η ανησυχία που μας υποβάλλεται είναι σωτηριακή ώστε να θέσουμε στον εαυτό μας την  ερώτηση
 Ποιούς  θεωρεί ζωντανούς και ποιους νεκρούς;
 Το «ἀκολούθει μοι» συνιστά μια πορεία συνεχών υπερβάσεων που συντελούν στην εξέλιξη. Αρχικά, δίνει την εντύπωση ότι προβαίνει ο άνθρωπος σε θυσίες, ωστόσο αυτές μεσολαβούν για την περαιτέρω γνώση των δυνατοτήτων του, αποτελούν, λοιπόν, τρόπο αυτογνωσίας και ελευθερίας.
Μπορεί να θεωρηθεί ανίερο από τους σκεπτόμενους συμβατικά, αυτό που προτρέπει ο Κύριος, να αφήσει τον νεκρό πατέρα του ο μαθητής και να Τον ακολουθήσει.
Ο Θεός Λόγος αποσπά από κάθε σύμβαση αυτόν που θέλει να Τον ακολουθήσει και τον οδηγεί στο Απόλυτο.
Η σχέση του ανθρώπου με το Λόγο είναι προσωπική. Ο Κύριος απευθύνεται προσωπικά στον καθένα ανάλογα με τον καθένα. Οι μαθητές, οι απόστολοι,  οι μάρτυρες, οι άγιοι κλπ..με την ιδιαιτερότητα της ζωής και της μαρτυρίας τους, απέδειξαν,  μέσα από μια μοναδική πορεία εξελίξεως, ελευθερίας, αυτογνωσίας και ανάλογης υπηρεσίας στο Θέλημα του Θεού, ότι η σχέση με το Λόγο είναι προσωπική.

Ο Λόγος ενεργοποιεί τις δύο αθάνατες αξίες, τη ψυχή και τη συνείδηση. Ο άνθρωπος που Τον ακολουθεί και μυείται, αποκτά επίγνωση της αθανασίας του.
Η επίγνωση της αθανασίας αποτελεί ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα των ζωντανών. Καθώς, επίσης, και η συνείδηση της σχέσεως από την οποία προκύπτει η εποπτική ματιά κι ο αυτοέλεγχος, αλλά και η εγρήγορση που προέρχεται από την ηθική ευθύνη κι ενεργοποιεί τη σκέψη και την πράξη. Ο ζωντανός βρίσκεται σε μια αέναη κίνηση η οποία λειτουργεί με τη συγκίνηση.  
Η υπέρτατη αγάπη και σοφία, δια μέσω του Λόγου, καλούν στην περαιτέρω πορεία η οποία διευρύνει τη συνειδητότητα και προσφέρει τη βεβαιότητα στον άνθρωπο ότι είναι μέρος του όλου.
Εάν, η βιολογική και βιοτική μέριμνα κυριαρχήσουν, ο άνθρωπος αναλώνεται σε μια κίνηση επίπεδη, μηχανική και επαναληπτική, αγνοώντας τις λεπταίσθητες εκφάνσεις της ψυχής και της συνειδήσεως. Τότε  αποσπάται από την αλήθεια και χάνει την εγρήγορση, με συνέπεια να συσσωρεύει ενοχές και μάλιστα ανεπίγνωτες. Δεν του δίνεται η προοπτική της εξελίξεως ως μονάδα και μοναδικότητα. Αποσπάται από την αλήθεια, σημαίνει αποσπάται από τη ζωή, η οποία είναι αδιάλειπτη.

Ότι, η ζωή είναι κίνηση αέναη, που επιτελείται με τη συγκίνηση, τούτο δηλώνει την προϋπόθεση της σχέσεως, παράλληλα, προϋποθέτει και μια κίνηση αναγωγική προς το Εν. Δεν υπάρχει στην προϋπόθεση αυτή, ούτε στιγμή που να σημειώνεται η επανάληψη και η στατικότητα.  Εάν, ο άνθρωπος δεν διατεθεί ως προς την κίνηση αυτή της ζωής,  επέρχεται η απομόνωση στα όρια της ατομικότητας.
Πλήττει και πλήττεται, πότε πλήττει; όταν επαναλαμβάνεται μέσα στα όριά του που δεν του δίνουν την ευκαιρία της εξελίξεως..
Οι ενοχές, αντίθετα από τη ζωή που κινείται, αναγωγικά, δια μέσω της συγκινήσεως προς το Εν, υποκείμενες σ’ έναν άλλον νόμο, λειτουργούν κατά τρόπον ανάλογο με τη βαρύτητα. Δεσμεύουν τη ψυχή και την έλκουν προς τα χαμηλά επίπεδα.  
Αν σκεφτούμε ότι η ψυχή και η συνείδηση είναι αιώνιες κι άχρονες, τότε η επίγνωση τους ανάγει τον άνθρωπο στο άχρονο διηνεκές, δηλαδή, στο παρόν, που διαρκεί επ’ άπειρον! Αυτές, λοιπόν, οι δυο αξίες δεν διακόπτονται κατά τη διέλευση του ανθρώπου από την Τρίτη διάσταση.  Η ύπαρξή τους, όμως, δεν είναι αρκετή ώστε να χαρακτηρίσουμε ζωντανούς τους ανθρώπους, εάν δεν έχουν την επίγνωση αυτών. Η Αλήθεια είναι σχετική με το Δίκαιο κι αυτός είναι ο λόγος που η αναγωγή προς αυτήν είναι παράλληλα και μια υπηρεσία αέναη. Δεν είναι η μετοχή αυτή άσχετη προς την αξία του, αντίθετα την αναδεικνύει. Καθώς ο ίδιος βρίσκεται σε μια συνεχή πορεία υπερβάσεων αποκτά επίγνωση της ένθεης υποστάσεώς του. Θα ήταν λάθος να θεωρήσει κανείς ότι οι υπερβάσεις αποτελούν μία κοπιώδη μέριμνα αντίθετα προσφέρουν τη χαρά της ελευθερίας και τη διεύρυνση των ορίων ενώ  φυσικά βιώνει το γραμμικό χρόνο υπό την εποπτεία της συνειδήσεως.
Αλκμήνη Κογγίδου

Ποιήτρια-δοκιμιογράφος

Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου 2017

Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ Γ.ΣΕΦΕΡΗΣ ΚΑΙ Ο ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ

Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ Γ.ΣΕΦΕΡΗΣ ΚΑΙ Ο ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ
Ο ποιητής ταγμένος για να βιώνει την αλήθεια, διατίθεται στο άχρονο καθώς εκεί διατηρεί ζώσα την ύπαρξή του και κομίζει τον διαχρονικό λόγο. Μας προσφέρει μέσα από την ποίηση την ευκαιρία να στοχαστούμε και να ανησυχήσουμε για την πραγματικότητα που μας καταργεί ως υπάρξεις. Ο Σεφέρης, αδιαμφισβήτητα, ανήκει στους μεγάλους, του δόθηκε το χάρισμα της προόρησης, γι’ αυτό προλέγει σε μια μυστική του στιγμή: «αλλά πού θα είσαι τη στιγμή που θα ΄ρθει εδώ σ’ αυτό το θέατρο το φως;»!
Από το Θερινό Ηλιοστάσι, οι στίχοι που ακολουθούν:
Η λεύκα στο μικρό περιβόλι
Η ανάσα της μετρά τις ώρες σου
Μέρα και νύχτα
Κλεψύδρα που γεμίζει ο ουρανός.
Στη δύναμη του φεγγαριού τα φύλλα της
Σέρνουν μαύρα πατήματα στον άσπρο τοίχο.
Στο σύνορο είναι λιγοστά τα πεύκα
Έπειτα μάρμαρα και φωταψίες
Κι άνθρωποι καθώς είναι πλασμένοι οι άνθρωποι.
Ο κότσυφας όμως τιτιβίζει
Σαν έρχεται να πιει
Κι ακούς καμμιά φορά φωνή της δεκαοχτούρας.
Στο μικρό περιβόλι δέκα δρασκελιές
Μπορείς να ιδείς το φως του ήλιου
Να πέφτει σε δυο κόκκινα γαρούφαλα
Σε μιαν ελιά και λίγο αγιόκλημα.
Δέξου ποιος είσαι.
Το ποίημα
Μην το καταποντίζεις στα βαθιά πλατάνια
Θρέψε το με το χώμα και το βράχο που έχεις.
Τα περισσότερα
Σκάψε στον ίδιο τόπο να τα βρεις

Ο ποιητής μας παίρνει μαζί του σε μια μυσταγωγική περιδιάβαση του χώρου, στο μικρό περιβόλι, δέκα δρασκελιές, που γίνεται αφορμή να εισχωρήσουμε στην ιδέα, η οποία νοητικά μας αποσπά, πλέον, από το φαινόμενο και μας εισάγει στα ενδότερα, εκεί που ο λόγος αποκαλύπτει.  Ως συνειδητό μέρος του όλου, ο ποιητής μας εισάγει στη σχέση με το φυσικό περιβάλλον και μέσω αυτού μας μυεί. Βλέπουμε με το δικό του τρόπο τη λεύκα, τη σκιά της στον άσπρο τοίχο, σαν μαύρα πατήματα, τα λιγοστά πεύκα κι έπειτα στο βάθος μάρμαρα και φωταψίες, κι ανθρώπους… Η περιγραφή δεν είναι μόνον εικαστική. Η αίσθηση του χώρου ζωντανεύει από τον κότσυφα που τιτιβίζει και τη φωνή της δεκαοχτούρας, ενώ  το φως του ήλιου πέφτει πάνω σε δυό κόκκινα γαρούφαλα, σε μιαν ελιά και λίγο αγιόκλημα. Ωστόσο, παρά τη περιγραφή αυτή, ο στίχος «Δέξου ποιος είσαι» υποδηλώνει και μια απόσταση του ποιητή από το φαινόμενο και εισαγωγή στα ενδότερα, όπου θα συνδεθεί με την άφατη πραγματικότητα. Την  στιγμή που  ο ίδιος βρίσκεται μπροστά στο άσπρο χαρτί, αρχίζει η επιστροφή στο μηδέν. Το άσπρο χαρτί, το άγραφο χαρτί γίνεται ένα σύμβολο του μηδενός, μια πρόκληση για εσωτερίκευση, μια αφετηρία. Το άσπρο χαρτί ταυτίζεται με το κενό, είναι ταυτόχρονα κατάληξη μιας πορείας αλλά και αρχή μιας νέας. Η αγωνία του για το ποίημα «μην το καταποντίζεις στα βαθιά πλατάνια» είναι μια αγωνία για την αλήθεια που θα εκφραστεί με λόγο. Κι ο στίχος «σκάψε στον ίδιο τόπο να τα βρεις» γίνεται μια υπόδειξη που παραπέμπει στην αυτογνωσία.
Το άσπρο χαρτί σκληρός καθρέφτης
Επιστρέφει μόνον εκείνο που ήσουν
Τ’ άσπρο χαρτί μιλά με τη φωνή σου,
Τη δική σου φωνή
Όχι εκείνη που σ’ αρέσει
Μουσική σου είναι η ζωή
Αυτή που σπατάλησες
Μπορεί να την ξανακερδίσεις αν το θέλεις
Αν καρφωθείς σε τούτο τ’ αδιάφορο πράγμα
Που σε ρίχνει πίσω
Εκεί που ξεκίνησες
Ταξίδεψες είδε πολλά φεγγάρια πολλούς ήλιους
Άγγιξες νεκρούς και ζωντανούς
Ένιωσες τον πόνο του παλικαριού
Και το βογκητό της γυναίκας
Την πίκρα του άγουρου παιδιού
Ό,τι ένιωσες σωριάζεται ανυπόστατο
Αν δεν εμπιστευτείς τούτο το κενό
Ίσως να βρεις εκεί ό,τι νόμισες χαμένο
Τη βλάστηση της νιότης, το δίκαιο καταποντισμό της ηλικίας.
Ζωή σου είναι ό,τι έδωσες
Τούτο το κενό είναι ό,τι έδωσες
Το άσπρο χαρτί.
Εδώ μεσολαβεί μια εξομολόγηση. Ο λόγος αυτός αποτελεί έναν μονόλογο στον οποίο μας παίρνει μαζί του. Μ’ αυτήν την εξομολόγηση κάνει μια αναδρομή, επιστρέφει από εκεί που ξεκίνησε. Αναζητά την αυθεντικότητα της υπάρξεώς του και το κύριο αίτημα της ψυχής του.
Το κενό είναι μια πραγματικότητα που τη βιώνει στο παρόν κι είναι μια πρόκληση. Εδώ εντρυφεί ο φιλόσοφος Σεφέρης, σε τούτο το κενό, το άσπρο χαρτί. Εντρυφεί στο μηδέν  που συμβολίζεται από το άσπρο χαρτί. Σ’ αυτό το ποίημα υπάρχει μια στάση του ποιητή που μπορεί ν’ αποτελέσει και μια πρόταση ζωής, μια πρόταση με προοπτική. Η στάση του είναι αξιοθαύμαστη, καθώς ό,τι θα μπορούσε να τον αφανίσει υπαρξιακά, το αποδέχεται κι εμπιστεύεται σ’ αυτό ώστε να ξεκινήσει μια νέα πορεία με προοπτική. Αυτή τη στάση ζωής τη χρειαζόμαστε σήμερα! Η πρότασή του αφορά έναν νέο τρόπο αξιολόγησης της ζωής που από το μηδέν παραπέμπει στο άπειρο και από τη σχετικότητα στο απόλυτο.
Από το μηδέν επιχειρεί την  κατάδυση στο εσώτερο είναι:
Μιλούσες για πράγματα που δεν τα ΄βλεπαν
Κι αυτοί γελούσαν.
Όμως να λάμνεις στο σκοτεινό ποταμό
Πάνω νερά
Να πηγαίνεις στον αγνοημένο δρόμο
Στα τυφλά, πεισματάρης
Και να γυρεύεις λόγια ριζωμένα
Σαν το πολύριζο λιόδεντρο
Άφησε κι ας γελούν.
Και να ποθείς να κατοικήσει κι ο άλλος κόσμος
Στη σημερινή πνιγερή μοναξιά
Στ’ αφανισμένο τούτο παρόν
Άφησέ τους.
Ο θαλασσινός άνεμος και η δροσιά της αυγής
Υπάρχουν χωρίς να το ζητήσει κανένας.

Ο ποιητής κατέχεται από το πνεύμα του δικαίου και της αλήθειας. Αντιλαμβάνεται ότι  η «πνιγερή μοναξιά» είναι προϋπόθεση μύησης στην εσωτερικότητα, από την οποία θ’ αντιληφθεί ο άνθρωπος το πραγματικό νόημα της υπάρξεώς του.
Ουσιαστικά, γνωρίζει πολύ καλά, ότι δεν είναι δυνατόν να εισέλθει στη μυστική αυτή σχέση ο άνθρωπος, εάν δεν αποκαθάρει την ύπαρξή του, γι’ αυτό εύχεται να υποστεί την πνιγερή μοναξιά. Ίσως, πιστεύει ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος διείσδυσης από τη δοκιμασία.  Ήδη, η όρασή του λειτούργησε προδρομικά για να μας μιλήσει γι’ αυτήν την πνιγερή μοναξιά και το αφανισμένο τούτο παρόν!
«ό,τι ένιωσες σωριάζεται ανυπόστατο
 Αν δεν εμπιστευτείς τούτο το κενό
Ίσως να βρεις εκεί ό,τι νόμισες χαμένο
Τη βλάστηση της νιότης, το δίκαιο καταποντισμό της ηλικίας»
Οι παραπάνω στίχοι συνιστούν μια πρόταση για τον καθένα. Ο ποιητικός λόγος προχωρεί στα ενδότερα και προσεγγίζει τα πάντα, το άπειρο, μέσα από το κενό  (το μηδέν). Ουσιαστικά, ο Σεφέρης έχοντας εξαρθεί από τη γραμμική αντίληψη του χρόνου, βρίσκεται στο άχρονο. Προσανατολίζεται προς το απόλυτο που προϋποθέτει αυτογνωσία και η αυτογνωσία διέρχεται μέσα από τη «πνιγερή μοναξιά», «το αφανισμένο τούτο παρόν». Η αλήθεια (θεία-άλη) συνάπτεται με το δίκαιο (διαϊόν) κι είναι αδιαπραγμάτευτες αξίες που συνδέονται με τη ψυχή και τη συνείδηση. Στους μυστικούς εναποτίθεται αυτή η σιωπηλή πορεία, η οποία διατηρεί τη γνώση μέσα από τα μυστικά και τα μυστήρια.
Ο ποιητής έχοντας τη χάρη του  Πνεύματος  καθώς διατίθεται ολοκληρωτικά, λαμβάνει τη γνώση που αφορά την άχρονη πραγματικότητα που συνιστά τη σχέση του αισθητού με το υπεραισθητό.
Μπορούμε να πούμε ότι ο ποιητής κάνει μια Ευχή για τη διάσωση της υπάρξεως του ανθρώπου: «και να ποθείς να κατοικήσει κι ο άλλος κόσμος στη σημερινή πνιγερή μοναξιά, στ’ αφανισμένο τούτο παρόν»
  Η απουσία της υπάρξεως του άλλου προσφέρει  το βίωμα της πνιγερής μοναξιάς, εννοούμε βεβαίως της υπάρξεως ως συνειδητή μονάδα ευθύνης. Συμβαίνει, γενικότερα, η απουσία αυτή που συνιστά ένα κενό, μέσα στο οποίο χάνεται η λειτουργικότητα του συνυπάρχειν. Το αφανισμένο τούτο παρόν είναι η κατάληξη της απουσίας αυτής και επιφέρει την κρίση του πολιτισμού και ως βίωμα προσωπικό συντελεί στην αίσθηση του αδιεξόδου.  Ο ποιητής διαβλέπει έναν δρόμο όπου υπάρχει  ελπίδα, εφόσον αντιδράσει ο άνθρωπος και αποσπάσει την ύπαρξή του από αυτή τη διαβρωτική εξομοίωση που επεμβαίνει αλλοτριωτικά. «Να πηγαίνεις στον αγνοημένο δρόμο, στα τυφλά, πεισματάρης…» Η σωτηρία που προτείνει είναι ν’ αποσπάσει τη μοναδικότητά του από τους πολλούς, από το κατεστημένο, από τις συνθήκες, τελικά από το λάθος τρόπο ζωής. Η δοκιμασία έρχεται να συμβάλλει στη γενικότερη κατανόηση του προβλήματος. Ο ποιητικός λόγος συνεργεί στην αφύπνιση, διδάσκοντας τον τρόπο μέσα από τον οποίον μπορεί να διασώσει ο εις, ο καθείς την ύπαρξή του.  Ανακεφαλαιώνοντας θα λέγαμε ότι η ποίηση  που έχει το λόγο, διατίθεται ως προσιτό μέσο αυτογνωσίας. Επικαλείται την ευαισθησία της ψυχής κι αποτείνεται στον καθένα. Προσφέρεται ως θεραπευτικό μέσον κι ανακαλεί τον ίδιο τον άνθρωπο για μία προσέγγιση στον εσώτερο Εαυτό, στην αλήθεια της υπάρξεως.
Αλκμήνη Κογγίδου
Ποιήτρια-δοκιμιογράφος



Παρασκευή 9 Ιουνίου 2017

ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ (ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΣΟΒΑΡΟΦΑΝΕΙΑ)

Δημοσιεύθηκε : Παρασκευή, 17 Αύγουστος 2012 09:00 | Γράφτηκε από τον/την Διαχειριστής | | Εμφανίσεις: 3036
Αλκμήνη Κογγίδου
ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ
(ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΣΟΒΑΡΟΦΑΝΕΙΑ)
Ποτέ μην υπόσχεσαι στο παιδί, όταν δεν είσαι αποφασισμένος να εκπληρώσεις την υπόσχεσή σου!
Η υπόσχεση που δίνεται στο παιδί γίνεται η αφετηρία ενός δούναι λαβείν που ανοίγει τη διαλεκτική του γίγνεσθαι. Από τη μια πλευρά η παιδική αθωότητα και από την άλλη το κύρος και οι γνώσεις του μεγάλου.
Τι μπορεί να συμβαίνει στο παιδί όταν δεν εκπληρωθεί η υπόσχεση;
Αν λάβουμε υπ’ όψιν μας, ότι η ζωή είναι σχέση, η οποία λειτουργεί ως δούναι λαβείν μέσα στην αέναη ροή, τότε ο άνθρωπος που δεν βρίσκεται στη επίγνωσή της, αναχαιτίζει την ανταλλαγή ζωής. Καθώς διακόπτεται η ζωογόνα ροή αυτής της θετικής ενέργειας, δημιουργείται ένα κενό, ένα χάσμα κι αυτό αφήνει το παιδί ακάλυπτο. Το παιδί τραυματίζεται και απορεί. Απορεί και μένει μέσα στον κόσμο ως άπορο. Χάνει την εμπιστοσύνη και την ασφάλεια.
Το παιδί αντιμετωπίζει με σοβαρότητα τη ζωή. Πιστεύει, εμπιστεύεται, ελπίζει. Ως συμπαντικό ον, κύριο στοιχείο της έκφρασής του έχει το παιχνίδι. Ενστικτωδώς ανιχνεύει τον κόσμο μέσα στον οποίο βρίσκεται, ενώ διατηρεί τη μνήμη της ένθεης υποστάσεως κι εκφράζεται με ενθουσιασμό.
Η πίστη στο πρόσωπο του άλλου και στην υπόσχεση που του προτείνει, εγκαθιστά και τη μυθολογία της σχέσης, η οποία τρέφει και το όνειρο. Το παιδί εισπράττει την ασυνέπεια ως διάψευση του ονείρου κι αυτό κλονίζει την ισορροπία του.
Αναζητά και πάλι έναν τρόπο να εμπιστευτεί, αν και εφόσον παραμείνει στην αθωότητα και δεν υποπέσει σε κανέναν ηθικό συμβιβασμό.
Η ζωή ανοίγει τις πύλες της στην αθωότητα κι αυτή είναι που θα προσφέρει στο παιδί κι άλλες ευκαιρίες να παίξει, που ωστόσο τη διάψευση που υπέστη, δεν πρόκειται να τη ξεχάσει, ποτέ. Αν προσπαθήσει να καλύψει το κενό, κάνοντας ένα βήμα προς τον κόσμο των μεγάλων, θέλοντας να τους μιμηθεί, αυτό θα σημάνει κιόλας μία απώλεια. Αλλά, εάν διατηρήσει την αθωότητα που συνιστά και την ψυχική υγεία και τη στηρίζει, θα αναζητήσει τις αιτίες της ασυνέπειας του μεγάλου, αυτό θα του προσφέρει μια αντίστοιχη γνώση, καθώς ακόμα και μία απόσταση. Έτσι, θα μεταβάλλει το τραύμα σε γνώση και θα γίνει φίλος της σοφίας, τότε απαλλάσσεται και προχωρεί.
Η διάψευση του ονείρου θα γίνει στοιχείο δοκιμασίας και γνώσεως, μέσα απ’ αυτή θα προχωρήσει στη μοναχικότητά του και θα συνειδητοποιήσει τη μοναδικότητά του.
Η οδύνη γίνεται προϋπόθεση παιδείας. Εισέρχεται στον εσωτερικό του κόσμο και προσεγγίζει την ίδια του τη ψυχή. Αντί να παιδεύει παιδεύεται. Αξιώνει τα πάντα από τον εαυτό του. Έχοντας την α-λήθη και τον ενθουσιασμό ανακαλύπτει το μοναχικό του παιχνίδι στο οποίο θα προσδώσει δημιουργική μορφή και έκφραση. Έτσι θα προκύψει η τέχνη, η καλή τέχνη. Ουσιαστικά, το παιδί λειτουργεί μέσα από το Είναι κι όχι το Έχειν, γι’ αυτό κύριο συντελεστή έχει την ύπαρξή του στο παιχνίδι. Παίζει για να εκφραστεί κι έτσι καλύπτει το κενό. Πορεύεται έχοντας πλέον την επαφή με τη ζώσα πραγματικότητα από την οποία δεν αποσυνδέεται. Άλλοτε θα εκφραστεί ως καλλιτέχνης, άλλοτε ως φιλόσοφος –αναζητητής κι άλλοτε ως επιστήμων.
Η οποιαδήποτε δημιουργική ενασχόληση του παιδιού είναι αποδεκτή από το σύμπαν, για το λόγο ότι το παιχνίδι αυτό είναι κερδισμένο μέσα από τη γνώση του εαυτού και αποτελεί σημείο επαφής με το όλον.
Τι θα συμβεί στον μεγάλο, ο οποίος δεν διατήρησε την υπόσχεσή του;
Ο συμβιβασμός και το ψέμα που λειτουργούν μέσα στο κοινωνικό κατεστημένο θα γίνουν οι αιτίες ν’ απωλέσει τη σοβαρότητα και να ενστερνιστεί τη σοβαροφάνεια. Εγκλωβισμένος στη συμβατική ηθική, υποκείμενος στο ένστικτο της επιβίωσης, αναζητά την εφήμερη ευχαρίστηση. Το παιδί δεν προσανατολίζεται προς την ευχαρίστηση αλλά προς τη χαρά. Διατηρώντας τη μνήμη μέσα από την αθωότητα αξιολογεί διαφορετικά. Κατά συνέπεια έχει άλλον προσανατολισμό, τον οποίο θα κατακτήσει συν τω χρόνω συνειδητά εάν και εφόσον διατηρήσει την επαφή του με τη ψυχή και με τη συνείδηση. Η χαρά εδώ αφορά τις δυνατότητες που θα προκύψουν μέσα από την αυτογνωσία και ουσιαστικά το παιχνίδι συμβάλλει σ’ αυτήν αποτελεσματικά. Τη χαρά, μέσα στον κόσμο των τριών διαστάσεων δεν μπορεί να τη διατηρεί δια μέσω του συμβατικού χρόνου, θα χρειαστεί να την κερδίζει ανά πάσα στιγμή παίζοντας σωστά το παιχνίδι στο αιώνιο παρόν.
Ο μεγάλος, συντάσσεται με τους άλλους, δημιουργεί έναν τρόπο σκέπτεσθαι κι έναν ανάλογο τρόπο ζωής, ο οποίος τον αποπροσανατολίζει από τη ψυχή και τη συνείδησή του. Υπό το καθεστώς των συμβατικών σχέσεων απομακρύνεται από τον τρόπο αναγνώρισης της ιδιαιτερότητάς του και αποκτά τρόπο ζωής και συνήθειες, μέσα στις οποίες λειτουργεί υποκείμενος στις ανάγκες.
Υποκείμενος στη συμβατική ηθική υποπίπτει στη δέσμευση του συμβατικού χρόνου, ανατρέχοντας στο παρελθόν ή αναπολώντας το μέλλον απουσιάζει από το αιώνιο παρόν. Ουσιαστικά, απουσιάζει από την ίδια τη ζωή την οποία αντιλαμβάνεται το παιδί ως μια υπόθεση που διαδραματίζεται στο παρόν.
«ὁ δε Ἰησοῦς εἶπεν· ἄφετε τα παιδία και μη κωλύετε αὐτά ἐλθεῖν προς με· τῶν γαρ τοιούτων ἐστίν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. (κατ. Ματθ.19,14)
Η αθωότητα δεν είναι μακράν της ζωής, αντίθετα είναι ένας τρόπος αποκρυπτογράφησης των κανόνων της και εισαγωγής στη θεία οικονομία.
Τα παιχνίδια που προτείνονται μέσα από την κοινωνία και από τα συστήματα οδηγούν στην απώλεια.
Σ’ αυτόν τον κόσμο που κατατείνει στον αυτοαφανισμό του, διατηρώντας ο άνθρωπος- παιδί, την ανάμνηση που προαναφέραμε εξακολουθεί να παίζει το δικό του παιχνίδι, όπως ένα παιδί σε μια ακρογιαλιά, προσπαθώντας να μη χάσει την επαφή του με την ίδια τη ζωή και τους νόμους της.
Μέσα στο σύμπαν οι ισχύοντες νόμοι διεκδικούν τον ίδιο τον άνθρωπο για να του προσφέρουν την περαιτέρω γνώση σε μια προσωπική προσέγγιση προς τις αξίες. Το μέτρο που είναι άριστο και η αυτογνωσία οδηγούν στην περαιτέρω πορεία του και αξιώνουν τον ίδιο, όχι απλώς ως φυσικό ον, αλλά και ως μεταφυσική οντότητα.
πηγή: Aντίφωνο